Την τελευταία εβδομάδα προ των ευρωεκλογών, ένα από τα θέματα που κυριάρχησαν ήταν εκείνο για το «πόθεν έσχες» των πολιτικών, δηλαδή τη δήλωση για την περιουσιακή και εν γένει οικονομική τους κατάσταση.
Αφορμή για τον δημόσιο διάλογο και τις πολιτικές αντιπαραθέσεις αποτέλεσε η δήλωση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Στέφανου Κασσελάκη, ο οποίος δημοσιοποίησε περιουσιακά του στοιχεία.
Το «πόθεν έσχες» αποτελεί συνήθως μια τυπική διαδικασία ανακοίνωσης από την αρμόδια επιτροπή που ασκεί τον έλεγχο κάθε χρόνο, όπου δημοσιογραφικά περιορίζεται στο ποιος δηλώνει περισσότερα ακίνητα, ποιος είναι πιο φτωχός, ποιος πολιτικός έχει την πλέον ευκατάστατη σύζυγο κ.λπ. Η όλη συζήτηση εστιάζεται σε τυπικά θέματα, μια και δεν θα μπορούσε ίσως να γίνει και αλλιώς.
Η σχετική έρευνα από την αρμόδια επιτροπή κάποιες φορές είναι ενδελεχής, κυρίως για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, όταν κάποιος πολιτικός στοχοποιείται για αδιαφανή στοιχεία ή κάποιος έχει στην ιδιοκτησία ή στην κατοχή του περιουσιακά στοιχεία που… βγάζουν μάτι.
O νόμος δεν είναι και ο πλέον σύγχρονος, ούτε ο σχετικός έλεγχος διενεργείται με σύγχρονα μέσα, ενώ επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ, για να καταδειχθεί η προσπάθεια πάταξης της διαφθοράς, ψηφίστηκε νόμος, που ακόμη ισχύει, που απαγορεύει στους πολιτικούς να έχουν συμμετοχή σε αλλοδαπές εταιρείες σαν να είναι αυτές παράνομες και εκ προοιμίου ύποπτες. Αυτά σε μια χώρα της Ε.Ε. και σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία.
Από την άλλη, υποχρέωση «πόθεν έσχες» έχουν εκ του νόμου περισσότεροι από 200.000 πολίτες, δημοσιογράφοι, αστυνομικοί, αυτοδιοικητικοί κ.ά., που ελέγχονται από την Αρχή για το Ξέπλυμα Μαύρου Χρήματος (ειδική υπηρεσία), στην οποία ο έλεγχος δεν μπορεί παρά να είναι δειγματοληπτικός.
Η διεύρυνση των υπόχρεων έχει οδηγήσει σε μαζική υποβολή δηλώσεων «πόθεν έσχες», καθώς περιλαμβάνονται και συγγενικά πρόσωπα – σύστημα που τελικά έχει αφαιρέσει τη δυνατότητα ουσιαστικών ελέγχων, εκτός κι αν πέσει κάνα «καρφί» για διάφορους λόγους, ουσιαστικούς και όχι μόνον, ή δειγματοληπτικά γίνει έλεγχος για κάποιους. Με αυτά τα δεδομένα, ο τρό-πος που υποβάλλονται και ελέγχονται οι δηλώσεις «πόθεν έσχες» πολιτικών και πολιτών μάλλον ανταποκρίνεται σε προηγούμενες δεκαετίες και σε προσεγγίσεις που ουσιαστικά απέχουν από τις ανάγκες του σήμερα. Τόσο η νομοθεσία όσο και η πρακτική των ελέγχων μοιάζουν αναχρονιστικές και παρωχημένες. Ισως η δημόσια συζήτηση για το «πόθεν έσχες» με αφορμή τον Στέφανο Κασσελάκη να οδηγήσει σε αλλαγές της νομοθεσίας και της πρακτικής ελέγχου για τους πολιτικούς πρώτα, αλλά και για τους κρατικούς λειτουργούς και τους υπολοίπους.