Χαριστική βολή στον μύθο της 17Ν

Οι μύθοι έχουν πάντα ένα μέγεθος που η πραγματικότητα δεν επιβεβαιώνει. Και ο μύθος της 17Ν και των ανθρώπων της, συντηρημένος στο σκοτάδι 27 ολόκληρα χρόνια με απανωτές δολοφονίες, με χτυπήματα ηχηρά και προκηρύξεις που αποκτούσαν σημασία με το αίμα, φαίνεται στο εδώλιο, τώρα που η δίκη μπήκε για τα καλά στην ουσία των πραγμάτων, πόσο μύθος ήταν. Πόσο οι σκιές των τρομοκρατών φαίνονταν στα μάτια της κοινωνίας αλλά και των διωκτικών αρχών ως πρόσφατα σκιές γιγάντων για να συρρικνωθούν σήμερα στα μέτρα των ανθρώπων που δικάζονται για φόνους, για ληστείες, για εγκλήματα που σίγουρα είχαν τις πολιτικές αναφορές τους, τις συνέπειές τους στο πεδίο της πολιτικής, αλλά πολιτικά εγκλήματα δεν ήταν. Γιατί όσο η δίκη προχωρεί – και προχωρεί ταχύτατα, με υποδειγματική διεύθυνση της διαδικασίας από τον κ. Μ. Μαργαρίτη (αν η Δικαιοσύνη δεν είχε έναν τέτοιον δικαστή, γι’ αυτή τη δίκη όφειλε να τον εφεύρει) – οι θέσεις και οι απόψεις των κατηγορουμένων (για να δούμε αυτή την πλευρά της) έχουν πια καταστεί σαφείς και για όσους παρακολουθούν με προσοχή τα τεκταινόμενα της δίκης αρκετά ξεκάθαρες.


Οταν από την περασμένη εβδομάδα άρχισε η δικαστική έρευνα για τις πολιτικές δολοφονίες με την έννοια των πολιτικών που υπήρξαν στόχοι, οι κεντρικοί πρωταγωνιστές, ο Αλ. Γιωτόπουλος και ο Δ. Κουφοντίνας, κατέδειξαν τη στάση τους με μεγαλύτερη σαφήνεια, τόσο που θα μπορούσε σχηματικά να ειπωθεί ότι ο Κουφοντίνας σηκώνει πια μόνος του το βάρος της πολιτικής υπεράσπισης της οργάνωσης, δίχως ωστόσο να απεμπολεί και τον ρόλο του δικηγόρου του εαυτού του, ενώ ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, αν δεν είχε τη συνηγορία του κ. Γιάννη Ραχιώτη, θα ήταν δύσκολο να διακριθεί αν έχει πολιτική άποψη και ποια είναι.


Γιατί ο φερόμενος ως αρχηγός της 17Ν κινείται προεχόντως στο πεδίο του ποινικού δικαίου ρωτώντας μάρτυρες και θύματα, αμφισβητώντας τα στοιχεία και προσπαθώντας ως ποινικός κατηγορούμενος να καταδείξει ότι δεν έχει σχέση με τον… φόνο.


Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που μόλις προχθές δεν παρέλειψε να επισημάνει απευθυνόμενος προς τον εισαγγελέα κ. Χρ. Λάμπρου το συμπέρασμά του από τη μέχρι τούδε ακροαματική διαδικασία: «Μέχρι στιγμής» είπε στον εισαγγελέα «έχουν εξετασθεί περί τις 15 υποθέσεις και δεν έχει προκύψει το παραμικρό στοιχείο από το οποίο να τεκμαίρεται η σχέση μου, ενώ το βούλευμα λέει ότι εγώ λόγω της θέσεώς μου στην ιεραρχική δομή της οργάνωσης τους έπειθα για όλα…».


Βεβαίως η στάση του Γιωτόπουλου προφανώς εμφανίζεται ως αντιφατική: από τη μία δεν έχει σχέση, δεν ξέρει τίποτε ούτε και μετείχε και από την άλλη ενδιαφέρεται για το τι λένε οι μάρτυρες και τι η κατηγορία και τι απ’ όλα όσα του αποδίδονται δεν τον αφορά ούτε έχει σχέση με τον ίδιο. Τέτοια είναι η προσαρμογή του πια στη λογική να δίδει απαντήσεις στο ποινικό πεδίο που, ερωτηθείς από τον έτερο εισαγγελέα κ. Β. Μαρκή αν συμφωνεί με τη δολοφονία Στιούαρτ, απάντησε δίχως περιστροφές: «Οχι, φυσικά δεν συμφωνώ», για να σημειωθεί επί του θέματος διάσταση στην τοποθέτησή του με τον Δημήτρη Κουφοντίνα, ο οποίος, επιχειρώντας την αναζήτηση ενός άλλοθι για τη δολοφονία του κατώτερου αμερικανού αξιωματικού, επικαλέστηκε την αντίθεσή του στην αμερικανική πολιτική για το Ιράκ, όταν εκατομμύρια άνθρωποι σε όλον τον κόσμο διαδηλώνουν, δίχως να αναλαμβάνουν εν δημοκρατία τον ρόλο του αυτόκλητου τιμωρού…


Πολλοί, λοιπόν, αποτιμώντας την παρουσία των κατηγορουμένων σε αυτή τη δίκη – κυρίως, όπως προαναφέρθηκε, των πρωταγωνιστών της – σημειώνουν, και όχι άστοχα, ότι ο μύθος που χρόνια τους συνόδευε έχει πια συρρικνωθεί και η πραγματικότητα των προσωπικοτήτων αλλά και των πράξεών τους είναι αυτή που τώρα καθορίζει το μέγεθος και την αξία των λόγων τους. Και αυτό είναι εμφανές σε αυτή τη δίκη.


Δεν είναι όμως μονάχα ο μύθος που εκ των πραγμάτων περνά από τη διαδικασία της απομυθοποίησης. Είναι επιπροσθέτως και το γεγονός ότι ο λόγος που αρθρώνεται σε αυτή τη δίκη – πρώτη φορά στο φως και όχι πίσω από αιματοβαμμένες προκηρύξεις – είναι ένας λόγος που μπορεί να περιγράφει το δικό τους «αξιακό σύστημα», όπως συνηθίζει να αποκαλεί τις θέσεις τους ο πρόεδρος, αλλά τόσο παρωχημένος πια πολιτικά, τόσο μιας άλλης εποχής που δεν είναι σε θέση να αιτιολογήσει δράσεις τρομοκρατικές όπως τα εγκλήματα που δικάζονται ή να καταστήσει ελκυστικές πολιτικά και στέρεες τις προσωπικότητες των δικαζομένων. Δεν μπορεί να πείσει γι’ αυτό που οι ίδιοι λένε για τον εαυτό τους: ότι είναι οι επαναστάτες που ήθελαν να αλλάξουν τον κόσμο…


Οι δικαζόμενοι της 17Ν είναι αυτοί που είναι κατά το κατηγορητήριο: μέλη μιας τρομοκρατικής οργάνωσης που η ιδεολογία της, η πρακτική της και οι θέσεις της χρόνια τώρα αποτελούσαν παρελθόν σε μια κοινωνία δημοκρατική που είχε άλλους στόχους και διάλεξε άλλους δρόμους για να πορευθεί.


Γι’ αυτό και η κατάθεση της κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη, το πιο βαρύ και πειστικό κατηγορώ που έχει διατυπωθεί δημοσίως για την τρομοκρατία, εκεί επικεντρώθηκε: στη σταθερή θέση που χρόνια έχει κρατήσει η δήμαρχος Αθηναίων ότι «η δημοκρατία δεν ανέχεται ούτε μπορεί να είναι συμβατή με την τρομοκρατία». Και η αιτιολόγησή της για την πιο παράλογη, την πιο ακραία δολοφονία της οργάνωσης, εκείνη του αείμνηστου Παύλου Μπακογιάννη, σε αυτή τη ρότα βάδισε: στη ρότα αλλά και στην παραδοχή ότι «η τρομοκρατία δεν ανέχθηκε τη λογική της συμφιλίωσης, αυτό δεν συγχώρεσαν στον Παύλο». Γιατί η πολιτική αντιπαράθεση, η οξύτητα και τα κατάλοιπα του Εμφυλίου ήταν το περιβάλλον που τους έτρεφε· ήταν ο χώρος όπου μπορούσαν να δρουν και να υπάρχουν.


Πολιτικά στο περιθώριο από χρόνια και δίχως δυνατότητες προσαρμογής· σε μια παραφθορά που τώρα πια φαίνεται και με γυμνό μάτι. Γιατί είναι μπροστά μας και τους βλέπουμε. Γιατί δεν έχουν όπλα για να αισθάνονται αλλιώς και γιατί δεν κρύβονται πια μες στο σκοτάδι. Γι’ αυτό και φαίνονται μικροί και δίνουν την εντύπωση σε κάποιους, που δεν είναι λίγοι, δίχως βασανισμό στη σκέψη τους, να αναρωτιούνται – και μέσα στο δικαστήριο – «μα αυτή είναι η 17Ν;».


Την ίδια επιφύλαξη κράτησε άλλωστε και το παρ’ ολίγον θύμα κ. Γιώργος Πέτσος, ο οποίος έκανε λόγο για πολλά ασύλληπτα μέλη της οργάνωσης – τα προσδιόρισε μάλιστα «περί τα πενήντα» – και για «λεγόμενη εξάρθρωση», ενώ η Ντόρα Μπακογιάννη, μιλώντας με γνώμονα τα στοιχεία που προέκυψαν, εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι «πρόκειται περί ενός μεγάλου αριθμού εκτελεστών που σήμερα δικάζονται». «Αν με ρωτήσετε ωστόσο» είπε «αν είναι όλοι εδώ μπροστά σας, δεν το ξέρω. Ενδεχομένως να υπάρχουν και κάποιοι ακόμη αλλά τα στοιχεία που έχουμε δείχνουν, και το πιστεύω, ότι αυτοί είναι η 17Ν».


Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ Οι υποθέσεις Παλαιοκρασσά, Περατικού, Σόντερς


Η δίκη πάντως – για να δούμε λίγο και τη διαδικασία – έχει προχωρήσει πια σημαντικά. Η έρευνα έχει πάρει τον δρόμο της και τρέχει. Μονάχα κατά την εβδομάδα που πέρασε μεγάλες υποθέσεις – κομβικές δολοφονίες στην πολύχρονη δράση της 17Ν – ερευνήθηκαν δικαστικά: η απόπειρα κατά του Γεωργίου Πέτσου, η δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη, που προβλημάτισε, που συγκλόνισε, που αφύπνισε, που «ένωσε ανθρώπους τόσο διαφορετικούς στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας», όπως ευστόχως υπενθύμισε η Ντόρα Μπακογιάννη, η δολοφονική απόπειρα κατά του μεγαλοεπιχειρηματία κ. Βαρδή Βαρδινογιάννη, ο οποίος εξετάστηκε, για να πει ίσως την ατάκα της εβδομάδας «άτυχος για να μην τους βρω και τυχεροί που δεν τους βρήκα», και ακόμη η δολοφονία του μαύρου αμερικανού κατώτερου στρατιωτικού Ρόναλντ Στιούαρτ και εκείνη (απόπειρα εδώ) του Τούρκου Ντενίς Μπουλούκμπασι, που όμως συνεχίζεται και τη Δευτέρα. Ακολουθούν βέβαια πολλές ακόμη: Παλαιοκρασσάς, Αξαρλιάν, Περατικός, Σόντερς, Σεπόλια κτλ. Εχει ενδιαφέρον.

Κύλιση στην κορυφή