Το σκεπτικό της αναίρεσης

Η Δικαιοσύνη, όταν κοινωνεί με την κοινή περί δικαίου συνείδηση και επικοινωνεί με το σήμερα, αφήνοντας πίσω της το χθες, δικαιώνει, λένε οι θεωρητικοί, την αποστολή της. Η παρέμβαση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Παν. Δημόπουλου στο πολυσυζητημένο θέμα του λεξικού Μπαμπινιώτη και η άσκηση αναίρεσης υπέρ του νόμου κατά της απόφασης του Πρωτοδικείου της Θεσσαλονίκης (με την οποία είχε καταδικασθεί ο καθηγητής Γλωσσολογίας), μόνο θετικά σχόλια προκάλεσε στο νομικό (και όχι μόνο) κόσμο της χώρας. Ηταν από τις σπάνιες φορές, τελευταίως, που η Δικαιοσύνη παρενέβη, και μάλιστα με καταλυτικό τρόπο δίδοντας το στίγμα του δικαίου και εκτονώνοντας τις αντιθέσεις στο πλαίσιο της προάσπισης του Συντάγματος και των ουσιαστικών δικαιωμάτων των πολιτών. Και μάλιστα, για να διορθωθεί προηγούμενη δικαστική κρίση που προκάλεσε αντιδράσεις και επικρίθηκε τουλάχιστον ως «απόφαση άλλων εποχών».


Ο κορυφαίος παράγοντας της εισαγγελικής αρχής, στην αίτησή του για άσκηση αναιρέσεως υπέρ του νόμου (έτσι λέγεται νομικά η παρέμβασή του προς εξαφάνιση της απόφασης του Δικαστηρίου της Θεσσαλονίκης), δεν περιορίζεται στο να ζητήσει να επανεξετασθεί το θέμα. Αποδεικνύει πως η απόφαση του πρωτοδίκη κ. Νικ. Τσάκου είναι διάτρητη νομικά, «εξαφανίζει» την επιχειρηματολογία και τα στηρίγματά της, παρέχοντας κάλυψη στο επιστημονικό έργο του κ. Μπαμπινιώτη, παραθέτοντας νομικά επιχειρήματα, τα οποία είναι δύσκολο να αντιπαρέλθει η ολομέλεια του ανωτάτου δικαστηρίου της χώρας, η οποία μετά την πρωτοβουλία του θα συγκληθεί για να πει την «πρώτη και την τελευταία λέξη» στο σίριαλ που έχει αρχίσει από καιρό για το λεξικό Μπαμπινιώτη.


«Το Βήμα» παρουσιάζει σήμερα το πλήρες κείμενο της αίτησης αναιρέσεως υπέρ του νόμου του εισαγγελέως του Αρείου Πάγου προς την ολομέλεια του ανωτάτου δικαστηρίου, η οποία θα συνεδριάσει, σύμφωνα με πληροφορίες στις 8 Οκτωβρίου και θα αποφανθεί αμετάκλητα για τη νομιμότητα ή μη των ενεργειών του καθηγητή Γλωσσολογίας, καθορίζοντας ουσιαστικά το πλαίσιο της ελεύθερης έκφρασης και της εφαρμογής των συνταγματικών διατάξεων σήμερα για την ελεύθερη άσκηση του επιστημονικού έργου και την προάσπιση των δικαιωμάτων που συναρτώνται με την προσωπικότητα και τις επιλογές των πολιτών.


Η επιχειρηματολογία του κ. Δημόπουλου αρχίζει από τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα και φθάνει ως τις συνταγματικές διατάξεις, λαμβάνοντας ευθέως και σαφώς θέση υπέρ του καθηγητή της Γλωσσολογίας και της παράθεσης στο λεξικό του των λημμάτων.


Ας δούμε, λοιπόν, πώς και γιατί ο ανώτατος παράγοντας της εισαγγελικής αρχής τάσσεται υπέρ του κ. Γ. Μπαμπινιώτη και του επιστημονικού του έργου. Σύμφωνα, λοιπόν, με το έγγραφο Δημόπουλου, ο Αστικός Κώδικας παρέχει τη δυνατότητα σε κάθε πολίτη «όταν προσβάλλεται παράνομα η προσωπικότητά του να έχει δικαίωμα να απαιτήσει την άρση της προσβολής και την μη επανάληψή της στο μέλλον», αλλά «απαιτείται, όπως επισημαίνει, η ενέργεια αυτή να έχει, κατ’ αντικειμενική κρίση, χαρακτήρα αξιολογικό, να απευθύνεται, δηλαδή, κατά του θιγομένου ή να αναφέρεται σε αυτόν στα πλαίσια δυσμενούς εκτίμησης ή χαρακτηρισμού του, διότι, διαφορετικά, δεν είναι δυνατόν να επάγεται το ως άνω μειωτικό αποτέλεσμα».


Με αυτά τα δεδομένα, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου από την πρώτη σελίδα του εγγράφου του αποσαφηνίζει τη θέση του και την άποψή του. «Δεν υπάρχει», υπογραμμίζει, «λοιπόν προσβολή, κατά την έννοια της διάταξης του Αστικού μας Κώδικα (άρθρο 57), όταν πρόκειται για πράξη που τελέσθηκε στα πλαίσια επιστημονικού έργου και δεν ενέχει ιδίαν αξιολογική κρίση για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρεται». «Εξάλλου», σημειώνει, «οι λέξεις είναι δηλωτικές ενός η περισσοτέρων νοημάτων, έχουν ένα ή περισσότερα εννοιολογικά περιεχόμενα. Ο λεξικογράφος, με συστηματική και μεθοδική αναζήτηση της αλήθειας, ανευρίσκει τις πολλές και ποικίλες σημασίες των λέξεων και τις καταγράφει στο λεξικό». Και καταλήγει πως «η επιστημονική ευθύνη και πληρότητα επιβάλλουν την ακριβή καταγραφή κάθε σημασίας υπό την οποία χρησιμοποιείται η λέξη, έστω και αν η σημασία της είναι υβριστική». Κριτήριο, κατά τον κ. Δημόπουλο, για να περιληφθεί η σημασία μιας λέξεως σε ένα λεξικό «είναι η χρήση της, μεγάλη ή μικρή, ή σπάνια, στη ζωντανή γλώσσα». Μάλιστα, προς άρσιν πάσης αμφιβολίας, τονίζει ότι «ο λεξικογράφος δεν προσδίδει νόημα στις λέξεις, ούτε χρησιμοποιεί τις λέξεις με το νόημά τους. Απλώς, καταγράφει τις λέξεις με το γνωστό και δεδομένο νόημά τους. Η λεξικογραφική καταγραφή της λέξης», επισημαίνει στο έγγραφό του ο εισαγγελεας του ΑΠ, «με την παράθεση της ερμηνείας της, έστω και υβριστικής, δεν σημαίνει, αυτή καθ’ εαυτήν, ότι ο λεξικογράφος αποδέχεται την καταφρονητική σημασία της λέξης, για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρεται ή ότι προσβάλλει την προσωπικότητα των προσώπων για τα οποία η χρήση της λέξης ενέχει καταφρόνηση».


Στο εισαγγελικό έγγραφο, γίνεται εκτενής και λεπτομερής αναφορά στην απόφαση του Πρωτοδικείου της Θεσσαλονίκης με την οποία διατάχθηκε η απάλειψη, από κάθε μελλοντική έκδοση του λεξικού, της συμπληρωματικής ερμηνείας που δίνει ο καθηγητής Μπαμπινιώτης στο λήμμα «Βούλγαρος» (ως υβριστικής για τους οποδούς του ΠΑΟΚ), και μάλιστα με την απειλή της προσωποκράτησης του συγγραφέα και των εκπροσώπων του εκδοτικού οίκου και με παράλληλη καταβολή χρηματικής ποινής δύο εκατ. δραχμών, αν δεν συμμορφωθούν με τα όσα το δικαστήριο αποφάσισε.


Στα επιχειρήματα της απόφασης αυτής (η λέξη «Βούλγαρος» με την καταχρηστική της έννοια χρησιμοποιείται από ασήμαντη μερίδα ποδοσφαιρόφιλων του νότου, η χρήση της δε είναι μεμονωμένη και σποραδική, και επομένως δεν αποτελεί λήμμα που θα μπορούσε να έχει καταχωρισθεί σε λεξικό, όπως και ότι η παράθεσή της με το συγκεκριμένο υβριστικό περιεχόμενο προσβάλλει την προσωπικότητα του αιτούντος, αλλά και κατοίκων της Θεσσαλονίκης, και οπαδών του ΠΑΟΚ που παρενέβησαν στη δίκη), ο κ. Δημόπουλος δίδει απαντήσεις.


Απαντήσεις, τις οποίες στηρίζει στο Σύνταγμα και τη νομοθεσία μας. Επί λέξει, από το έγγραφό του ανασύρονται τα εξής: «Η απλή καταγραφή της υβριστικής εννοίας της λέξης «Βούλγαρος», δεν συνιστά προσβολή της προσωπικότητας, μάλιστα δε παράνομη, δεδομένου ότι, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 16 παρ. 1 του Συντάγματος, που προστατεύει την ελευθερία της επιστημονικής έρευνας και προσβολής των πορισμάτων της, ο Γ. Μπαμπινιώτης, και αν ακόμη η καταγραφή στο λεξικό της υβριστικής εννοίας της λέξης Βούλγαρος ενείχε προσβολή της προσωπικότητος του αιτούντος και των παρεμβάντων υπέρ αυτού, είχε το δικαίωμα της καταγραφής και προβολής του πορίσματος της επιστημονικής του έρευνας ως προς τις σημασίες, υπό τις οποίες χρησιμοποείται, έστω και από μικρή μερίδα προσώπων, η λέξη «Βούλγαρος»».


* Η διαμάχη για το Λεξικό στη σελ. Β9. Κρίνει αντισυνταγματική την απόφαση


Για το «διά ταύτα» της αποφάσεως (απαγορεύσεις, χρηματικές ποινές και προσωποκρατήσεις), ο κ. Δημόπουλος επικαλείται το Σύνταγμά μας και πάλι (άρθρο 14), και κατηγορηματικά τοποθετείται πως η απόφαση της Θεσσαλονίκης είναι αντισυνταγματική «διότι παραβιάζει την προστατευόμενη ελευθερία της εκφράσεως και της διαδόσεως των στοχασμών που απαγορεύουν την κατάσχεση, λογοκρισία και κάθε άλλο ισοδύναμο προληπτικό μέτρο εις βάρος του Τύπου, δεδομένου ότι η συμμόρφωση προς την ως άνω διάταξη της αποφάσεως άγει σε αποτέλεσμα ισοδύναμο προς την προληπτική λογοκρισία και κατάσχεση του λεξικού και δυσχεραίνει μεγάλως, αν δεν καθιστά αδύνατη την κυκλοφορία του».


Καταφανώς, αντισυνταγματική, λοιπόν, και ανελεύθερη η απόφαση της Θεσσαλονίκης για την οποία ζητεί να «εξαφανισθεί» από την ολομέλεια του Αρείου Πάγου, αλλάζοντας τη νομολογία της που δεν επιτρέπει ως σήμερα αναιρέσεις για αποφάσεις που εκδόθηκαν με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Η συνταγματική τάξη όμως και η προάσπιση της ελεύθερης έκφρασης των πολιτών, για τον εισαγγελέα του ανωτάτου δικαστηρίου της χώρας, έχουν σημασία. Και υπό το πρίσμα αυτό, καλεί τον Αρειο Πάγο να αποφανθεί, επικυρώνοντας την ουσιαστική νομιμότητα.

Scroll to Top