Σε πολιτικές και δικαστικές φούσκες εξελίσσονται, όπως προκύπτει εκ του αποτελέσματος, μεγάλες υποθέσεις που κατά καιρούς κυριάρχησαν στην πολιτική αντιπαράθεση, διαδραμάτισαν ρόλο σε εκλογικές αναμετρήσεις και απασχόλησαν τη Δικαιοσύνη χρόνια ολόκληρα.
Η ιστορία με τα «μαύρα ταμεία» της Siemens, που κατέληξε σε πλήρη απαλλαγή όλων όσοι κάθισαν στο εδώλιο, δυστυχώς, δεν είναι η εξαίρεση του κανόνα. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς. Το Χρηματιστήριο, όπου τελικά απαλλάχθηκαν όλοι, επιχειρηματίες, χρηματιστές κ.ά.; To Βατοπέδι, που κυριάρχησε για χρόνια στην πολιτική αντιπαράθεση, ειπώθηκαν πολλά και τελικά η υπόθεση κατέληξε σε δικαστικό τζίφο; Ή μήπως η υπόθεση με τα δομημένα ομόλογα, που είχε την ίδια κατάληξη;
Oι ευθύνες της Δικαιοσύνης, όπου σέρνονται για χρόνια οι σχετικές υποθέσεις, καθιστώντας εμφανείς παθογένειες και υστερήσεις του δικαστικού συστήματος, σίγουρα αποτελούν βασική αιτία για την κατάληξη πολλών από αυτές. Οι δικαστικές ευθύνες, όμως, εντοπίζονται πρωτίστως, όταν η παραγραφή των αδικημάτων επέρχεται, όπως π.χ. στη Siemens, όπου η υπόθεση απασχόλησε τη Δικαιοσύνη για 16 χρόνια και το σκάνδαλο είχε δημιουργηθεί από το 1998 έως το 2000! Δηλαδή, δικαστικά εκκαθαρίστηκε μετά 22 ολόκληρα χρόνια.
Φταίει όμως μόνον η Δικαιοσύνη που οδηγείται σε απαλλαγές για υποθέσεις που είναι σκανδαλώδεις ή εμφανίζονται διογκωμένα σαν τέτοιες; Παρά το γεγονός, ότι της αναλογεί σοβαρό μερίδιο ευθύνης, εν τούτοις δεν φταίει μόνον η Δικαιοσύνη. Να γιατί: Νομοθετικές ρυθμίσεις που ψηφίζονται κατά καιρούς, έχουν ως συνέπεια δραστική αλλαγή του ποινικού περιβάλλοντος, καθώς κακουργήματα γίνονται πλημμελήματα, αδικήματα μεταβάλλονται και κατηγορίες τροποποιούνται, με αποτέλεσμα κατηγορούμενοι για σκάνδαλα να ευνοούνται άμεσα και να οδηγούνται σε απαλλαγές.
Πέραν όμως των νομοθετικών μεταβολών –δεν υπάρχει κυβέρνηση που να μην έχει προχωρήσει σε τέτοιες ρυθμίσεις– τα κόμματα έχουν, δυστυχώς, εντάξει για δεκαετίες ολόκληρες στην πολιτική φαρέτρα υποθέσεις πραγματικών ή υποτιθέμενων σκανδάλων. Οι σπιλώσεις αντιπάλων, τα πολιτικά χτυπήματα κάτω από τη μέση και η σκανδαλολογία αποτελούν στοιχεία της αντιπαράθεσης – και μάλιστα ενόψει εκλογών η πρακτική αποκτά χαρακτηριστικά εθίμου.
Εξεταστικές και προανακριτικές επιτροπές στήνονται για να διερευνήσουν καταγγελίες για σκάνδαλα, οικονομικής ή άλλης φύσεως, για να καταλήξουν είτε σε πορίσματα που θυμίζουν φοιτητικές εκλογές ή σε παραπομπές στη Δικαιοσύνη, όπου τελικά ελάχιστα, από όσα έχουν καταγγελθεί, αποδεικνύονται και μπορούν να σταθούν στο δικαστικό τραπέζι.
Οι πολιτικές και δικαστικές φούσκες, προϊόντα πολιτικών και δικαστικών χειρισμών, συχνές τις τελευταίες δεκαετίες, αφήνουν μια πολύ πικρή γεύση ατιμωρησίας στους πολίτες, δημιουργούν ρωγμές στο κράτος δικαίου, παράγουν πολιτικές επιπτώσεις τοξικότητας και υποσκάπτουν, αν δεν διαλύουν, την εμπιστοσύνη του πολίτη στο δικαστικό μας σύστημα. Στους δύσκολους καιρούς σήμερα, καθώς το κοινωνικό σώμα και η χώρα αντιμετωπίζουν σωρεία προβλημάτων, ίσως θα ήταν χρήσιμο για όλους να σταματήσουν να παράγονται και να σκάνε στο κεφάλι όλων οι φούσκες της ατιμωρησίας και να αποτελέσουν παρελθόν.