Προσοχή στις απομιμήσεις προϊόντων

ΠΕΡΙΟΔΟΣ εορτών, υπέρβασης των ορίων και καταναλωτικής έξαρσης. Ολων μας η συμπεριφορά ως καταναλωτών δοκιμάστηκε σκληρά τις ημέρες που πέρασαν και απεδείχθη για πολλοστή φορά ότι για να είναι κανείς καταναλωτής στην εποχή μας είναι, χωρίς υπερβολή, επιστήμη! Στα χιλιάδες προϊόντα που κυκλοφορούν στην αγορά με δελεαστικές συσκευασίες, είναι δύσκολο να αποφευχθεί ο κίνδυνος της παραπλάνησης αλλά και της σύγχυσης ανάμεσα σε προϊόντα που μοιάζουν αλλά που δεν έχουν σχέση μεταξύ τους ως προς την ποιότητα.


Ποιο είναι το γνήσιο και ποιο το ψεύτικο, ποιο το πραγματικό και ποιο η απομίμηση; Οσες προστατευτικές διατάξεις και αν ισχύουν στα χαρτιά, στην ουσία ο πολίτης είναι απροστάτευτος ως καταναλωτής, καθώς καλείται να επιλέξει και να ξεχωρίσει φίρμες, ετικέτες και να αποφανθεί για τη γνησιότητα ενός προϊόντος στις σκληρές συνθήκες του ανταγωνισμού της αγοράς. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, τον τελευταίο καιρό, φθάνουν συχνά υποθέσεις που έχουν να κάνουν με τα σήματα των προϊόντων, την παραπλανητική διαφήμιση και γενικά υποθέσεις που αφορούν την προστασία του καταναλωτή.


Ακόμη και μεγάλες εταιρείες, εταιρείες – κολοσσοί, δεν μπορούν να αποφύγουν την απομίμηση των προϊόντων τους ή τη σύγχυση που δημιουργείται από την κυκλοφορία προϊόντων με παρεμφερή σήματα, μπερδεύοντας τους καταναλωτές. Δύο υποθέσεις που δικάστηκαν πρόσφατα στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (λόγω μείζονος σπουδαιότητας) αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Οτι δηλαδή οι συνθήκες έντονου ανταγωνισμού της αγοράς προκαλούν φαινόμενα που στόχο έχουν να δελεάσουν τον καταναλωτή για να αγοράσει. Ετσι, η πρώτη υπόθεση που δικάστηκε στις 11 Νοεμβρίου αφορούσε προδικαστικά ερωτήματα που υποβλήθηκαν από γερμανικό δικαστήριο, το οποίο επρόκειτο να αποφανθεί για μια υπόθεση της γνωστής εταιρείας Puma. Η εταιρεία αυτή (από τις μεγαλύτερες στον χώρο των αθλητικών ειδών) θεωρούσε ότι μια ολλανδική εταιρεία που παρήγαγε παρεμφερή προϊόντα είχε χρησιμοποιήσει, για να παραπλανήσει το αγοραστικό κοινό, σήμα παρόμοιο με το δικό της και έτσι δημιουργούσε σύγχυση στην αγορά.


Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο «εν Ολομελεία» κλήθηκε να αποφασίσει λοιπόν πότε προκαλείται σύγχυση στο κοινό, όταν τα σήματα διαφόρων προϊόντων μοιάζουν μεταξύ τους. Οι ευρωδικαστές, αφού μελέτησαν τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών, αποφάσισαν ότι για να προκληθεί σύγχυση στο κοινό (και να μπερδεύει, από τα παρόμοια σήματα, προϊόντα διαφορετικών εταιρειών), πρέπει η ομοιότητά τους να είναι εμφανής. «Η απλή συσχέτιση μεταξύ δύο σημάτων, στην οποία μπορεί να προβεί το κοινό μέσω της συμπτώσεως του εννοιολογικού περιεχομένου τους δεν αρκεί, αυτή και μόνον, για να συναχθεί η ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως, υπό την έννοια τηςπροπαρατεθείσας διατάξεως».


Πότε μπορεί να μπερδευτεί ο καταναλωτής και να αγοράζει ένα προϊόν, πιστεύοντας ότι είναι μιας συγκεκριμένης εταιρείας, ενώ είναι μιας άλλης; Οταν η ομοιότητα των σημάτων είναι εμφανής και «υπάρχει», όπως υποστήριξε στη δίκη ο γενικός εισαγγελέας του Δικαστηρίου κ. F. Jacobs, «γνήσιος και δεόντως αποδεικνυόμενος κίνδυνος συγχύσεως ως προς την προέλευση των εν λόγω προϊόντων και υπηρεσιών».


Τι γίνεται όμως όταν, αντί να μοιάζουν τα σήματα, αλλάζουν οι ετικέτες; Η δεύτερη υπόθεση που δικάστηκε στην Ολομέλεια του ΔΕΚ αφορούσε ακριβώς αυτό το θέμα. Σχετική προσφυγή είχε υποβάλει η γνωστή εταιρεία που κυκλοφορεί στην αγορά το ουίσκι «Ballantine», που έχει ως έδρα της τη Σκωτία ή την Αγγλία και διαθέτει τα προϊόντα της στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο. Η αντιδικία προκλήθηκε με εταιρείες μεταφορών και αποθηκεύσεως που εδρεύουν στις Κάτω Χώρες και οι οποίες αγόραζαν ουίσκι από κράτη όπου οι τιμές τους ήταν χαμηλές και τα πωλούσαν σε χώρες όπου οι τιμές είναι υψηλότερες.


Στις φιάλες του ουίσκι τοποθετούσαν νέες ετικέτες, χωρίς να αλλοιώνουν την αρχική κατάσταση των προϊόντων. Η «Ballantine» αντέδρασε και ζήτησε δικαστική προστασία επικαλούμενη ότι η αλλαγή των ετικετών είναι παράνομη, έστω και αν δεν προκαλεί σύγχυση στο αγοραστικό κοινό. Η Ολομέλεια αποφάσισε ότι η αλλαγή των ετικετών βασικά δεν είναι νόμιμη. «Το άρθρο 36 της Συνθήκης έχει την έννοια» αναφέρεται στην απόφαση «ότι ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να επικαλείται το δικαίωμά του αυτό, για να εμποδίζει τρίτο να αφαιρεί και, στη συνέχεια, να επαναθέτει ή να αντικαθιστά τις ετικέτες που φέρουν το εν λόγω σήμα εκτός εάν…».


Και ο γενικός εισαγγελέας κ. Jacobs ετάχθη υπέρ των θέσεων που υιοθετήθηκαν από την Ολομέλεια.


Υπόθεση 251/95. Προσέγγιση των νομοθεσιών. Προδικαστική. Οδηγία 89/104/ΕΟΚ. Προσέγγιση


των νομοθεσιών περί σημάτων. Κίνδυνος συγχύσεως, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου συσχετίσεως». Ολομέλεια. Υπόθεση C- 349/95. Προδικαστική. Αρθρο 36 της Συνθήκης ΕΚ. Δικαίωμα επί του σήματος. Επικόλληση ετικετών σε φιάλες ουίσκι.

Scroll to Top