Οι κοινοβουλευτικές έρευνες για πολιτικά σκάνδαλα και για αναζήτηση ποινικών ευθυνών σε πολιτικά πρόσωπα που διαχειρίστηκαν δημόσιο χρήμα, έχουν από χρόνια απαξιωθεί.
Οι στείρες αντιπαραθέσεις των κομμάτων, τα διαφορετικά πορίσματα κάθε κόμματος, που παραπέμπουν σε αποτελέσματα φοιτητικών εκλογών, όπου η κάθε παράταση εκδίδει τα δικά της, και πρωτίστως το γεγονός, ότι σπανιότατα από τις επιτροπές αυτές έβγαινε κάτι ουσιώδες για το τί πραγματικά είχε συμβεί, έχουν οδηγήσει την πλειοψηφία των πολιτών στο να μην τρέφει και μεγάλη εμπιστοσύνη στις σχετικές κοινοβουλευτικές διαδικασίες.
Εδώ να προστεθεί και το γεγονός, ότι όλα τα κόμματα, πλην σπανίων εξαιρέσεων, όταν επρόκειτο για δικό τους στέλεχος που τον αφορούσε η έρευνα, πάντα απέδιδαν τα καταγγελλόμενα σε πολιτικές στοχεύσεις και σε προσπάθειες σπίλωσης των πολιτικών αντιπάλων. Όχι πως δεν υπήρξαν και τέτοιες προσπάθειες στο παρελθόν. Υπήρξαν και προϋπήρξαν.
Στην υπόθεση όμως της Novartis τα πράγματα εξελείχθηκαν εντελώς διαφορετικά. Η τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ενοχοποίησε μέσω της δικαστικής διαδικασίας, δέκα πολιτικούς, μεταξύ των οποίων μεγάλα ονόματα της πολιτικής σκηνής, πρώην πρωθυπουργούς, τον κεντρικό τραπεζίτη και άλλους με μόνα στοιχεία τις καταθέσεις προστατευόμενων μαρτύρων, οι μαρτυρίες των οποίων, κι αυτό είναι σημαντικό, δεν επιβεβαιώθηκαν από κανένα άλλο στοιχείο ως σήμερα.
Για τους επτά, μετά το σάλο που δημιουργήθηκε και τις καταγγελίες για πολιτική σκευωρία, οι ίδιες οι δικαστικές αρχές που μετείχαν στην ενοχοποίηση τους, έθεσαν την υπόθεση στο αρχείο.
Και η συνέχεια που ζούμε αυτές τις ημέρες.
Ελέγχεται ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος, ότι παρενέβη στη δικαιοσύνη, την χρησιμοποίησε για την οργάνωση της ενοχοποίησης των πολιτικών και ότι – οι καταγγελίες γίνονται κυρίως και από εισαγγελικούς λειτουργούς- παρόμοιες παρεμβάσεις έκανε και σε άλλες υποθέσεις, που έχουν αναφερθεί ήδη στην προανακριτική επιτροπή της Βουλής.
Είναι ίσως η πρώτη φορά, που οι εργασίες της Προανακριτικής κάτι έβγαλαν. Ο ελεγχόμενος υπουργός βέβαια αρνείται κάθε σε βάρος του καταγγελία. Όμως το γεγονός, ότι οι κοινοβουλευτικές έρευνες δεν εξαντλήθηκαν για άλλη μία φορά σε αδιέξοδο, είναι σημαντικό. Και σημαντικότερο θα είναι αν η υπόθεση αυτή το συντομότερο παραπεμφθεί στη δικαιοσύνη και εκκαθαριστεί. Όποιος φταίει να τιμωρηθεί. Όποιος είναι αθώος να πάει στο σπίτι του. Αλλά η πολιτική μας ζωή δεν αντέχει άλλα πολιτικά αποστήματα.