Χρειάστηκαν τέσσερις μήνες και τέσσερις ημέρες, εκατοντάδες εργατοώρες, βασανιστικός προβληματισμός, πολιτικές αντιπαραθέσεις, κριτικές επί κριτικών και προσεγγίσεις επί προθέσεων για να γεννηθεί τελικά το περιβόητο πια νομοσχέδιο για την αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας. Ο Πρωθυπουργός έδωσε την προσεχή Πέμπτη το «πράσινο φως» για προώθηση του νομοθετήματος, η κυβερνητική επιτροπή ενέκρινε τις βασικές διατάξεις του και οι συναρμόδιοι υπουργοί κκ. Μιχ. Σταθόπουλος και Μιχ. Χρυσοχοΐδης μόνο σε επί μέρους βελτιώσεις θα προχωρήσουν πια. Το τελικό κείμενο του νομοσχεδίου επιβεβαιώνει πλήρως σειρά αποκαλυπτικών δημοσιευμάτων του «Βήματος» και έτσι όπως ενεκρίθη από την κυβερνητική επιτροπή (χωρίς τις μικροβελτιώσεις που θα υποστεί τις προσεχείς ημέρες και ως τις 12 Μαρτίου, οπότε και τελικώς θα δοθεί στη δημοσιότητα) προσφέρεται για προσεγγίσεις που παραπέμπουν στη ρήση εκείνη που θέλει τις ωδίνες βασανιστικές, ωσάν εγεννάτο όρος, αλλά η έκπληξη να έρχεται στη γέννα. Τα 10 άρθρα του νομοσχεδίου για το οργανωμένο έγκλημα και την τρομοκρατία που τόσο έχουν συζητηθεί παρουσιάζονται στη συνέχεια από «Το Βήμα» συνιστούν περιορισμένης κλίμακας και λελογισμένη παρέμβαση στην ισχύουσα νομοθεσία, δίχως να μεταβάλλουν ριζικά τον νομοθετικό χάρτη μας και δίχως να επιφέρουν αλλαγές που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν προβληματισμούς για σημαντικό περιορισμό ατομικών δικαιωμάτων στο όνομα της δίωξης της τρομοκρατίας και της οργανωμένης εγκληματικής δράσης.
Πρώτο άρθρο για τη σύσταση συμμορίας, και ας δούμε αναλυτικά το περιεχόμενο του νέου νόμου:
* Στο αδίκημα της σύστασης συμμορίας διάταξη 187 του Ποινικού Κώδικα όποιος συγκροτεί και συμμετέχει σε ομάδα προς τέλεση εγκληματικών πράξεων που αφορούν οργανωμένη δράση και τρομοκρατία τιμωρείται στο εξής σε βαθμό κακουργήματος. Ανάλογα με τη συμμετοχή του στην εγκληματική δραστηριότητα οι ποινές κλιμακώνονται από κάθειρξη 10 ετών κατ’ ελάχιστο όριο και άνω.
* Προβλέπονται κίνητρα σε μετανοούντες τρομοκράτες και σε μέλη εγκληματικών οργανώσεων που φθάνουν ως και την ατιμωρησία τους.
Ειδικότερα προβλέπεται ότι όποιος μετέχει σε εγκληματική ομάδα και συμβάλλει στην εξάρθρωσή της από τις αρχές, με την προϋπόθεση ότι δεν έχει τελέσει βαριά αδικήματα (ανθρωποκτονίες, βαριές σωματικές βλάβες και λοιπά), με αιτιολογημένη απόφαση του δικαστηρίου παραμένει ατιμώρητος.
* Αν όμως η συμμετοχή του συνίσταται στην τέλεση κακουργημάτων και βαρύτατων εγκλημάτων, με αιτιολογημένη απόφαση και πάλι του δικαστηρίου, του επιβάλλεται ελαττωμένη κατά περίπτωση ποινή.
* Η εκδίκαση των υποθέσεων οργανωμένου εγκλήματος και τρομοκρατίας στο εξής δικάζονται από Τριμελή Εφετεία Κακουργημάτων, δηλαδή δικαστήρια με αμιγώς δικαστική σύνθεση, χωρίς ενόρκους.
* Επισπεύδεται η εκδίκαση των υποθέσεων αυτών με τη συντόμευση του χρόνου για άσκηση ενδίκων μέσων. Ετσι προβλέπεται η έκδοση μετά την ανακριτική διαδικασία μόνο ενός βουλεύματος από το δικαστικό συμβούλιο για την παραπομπή ή μη σε δίκη των κατηγορουμένων.
* Επεκτείνεται και για την πάταξη της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος ο θεσμός της ελεγχόμενης (όπως λέγεται) παράδοσης, καθώς και οι διαδικασίες διείσδυσης αστυνομικών στις εγκληματικές οργανώσεις, κάτι που σήμερα ισχύει για τις υποθέσεις των ναρκωτικών (θεσμός του προβοκάτορα).
* Οι αστυνομικοί που διεισδύουν σε οργανώσεις για την πάταξη της τρομοκρατίας και διαπράττουν αξιόποινες πράξεις εν τη εκτελέσει του καθήκοντός τους απολαύουν ειδικής ευνοϊκής ποινικής μεταχειρίσεως.
* Προβλέπεται ο έλεγχος του γενετικού υλικού υπόπτων σε υποθέσεις τρομοκρατίας και οργανωμένης εγκληματικής δράσης. Ο έλεγχος γίνεται υπό προϋποθέσεις (αίτημα των αρμοδίων αρχών, αιτιολογημένη απόφαση του δικαστικού συμβουλίου) και περιορίζεται μόνο στην απόδειξη της γενετικής ταυτότητας του υπόπτου.
* Το υλικό αμέσως μετά καταστρέφεται και η επεξεργασία του δεν περιλαμβάνει παρά μόνο τις αναγκαίες για την επιβεβαίωση της ταυτότητας πληροφορίες. Ο έλεγχος του γενετικού υλικού διατάσσεται με απόφαση της δικαστικής αρχής, όταν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις κατά συγκεκριμένου προσώπου, και επιτρέπεται όταν συναινεί ο ύποπτος για να αποδείξει την αθωότητά του.
* Επιβάλλεται δήμευση περιουσιακών στοιχείων του δράστη (ακίνητα, μετρητά και λοιπά) μετά την καταδίκη του και μόνο με απόφαση της δικαστικής αρχής.
* Καθιερώνεται πλέγμα διατάξεων για την προστασία των μαρτύρων, στις οποίες περιλαμβάνονται μέτρα φύλαξης και διασφάλισης των ιδίων και των οικογενειών τους σε ό,τι αφορά τη ζωή τους και την περιουσία τους. Τα μέτρα διατάσσονται από τον εισαγγελέα και μπορεί να φθάσουν ως τη μεταβολή των στοιχείων της ταυτότητας του μάρτυρα, ενώ προβλέπονται διαδικασίες χωριστής κράτησης στις φυλακές κρατουμένων που έχουν εμπλακεί ως μάρτυρες σε τέτοιες υποθέσεις.
* Το τραπεζικό και φορολογικό απόρρητο, καθώς και εκείνο των επικοινωνιών (σταθερά και κινητά), αίρεται υπό τις προϋποθέσεις που και σήμερα ισχύουν και προβλέπουν συγκεκριμένη διαδικασία και πάντοτε με την άδεια των δικαστικών αρχών.
* Οι ανώνυμες καταθέσεις και τα προϊόντα τηλεφωνικών υποκλοπών εκτιμώνται δικαστικώς μόνο σε συνδυασμό και όταν επιβεβαιώνονται από άλλα αποδεικτικά μέσα.
* Η κατοχή όπλων και εκρηκτικών υλών (από γκαζάκια ως χειροβομβίδες) προβλέπεται σε ειδική διάταξη και τιμωρείται ειδικώς σε βαθμό κακουργήματος και με διαβάθμιση ποινών.
ΟΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Ποιοι και γιατί παραιτήθηκαν
Ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Μιχ. Σταθόπουλος μετά τη συνεδρίαση της κυβερνητικής επιτροπής και την έγκριση του Πρωθυπουργού στις βασικές διατάξεις του νομοθετήματος ανέλαβε να προχωρήσει σε επί μέρους αλλαγές, οι οποίες πάντως δεν θα μεταβάλουν την ως τώρα φυσιογνωμία και φιλοσοφία του. Το τελευταίο ρετουσάρισμα θα γίνει τις προσεχείς ημέρες από τα μέλη της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, στην οποία τελευταία λαμβάνει μέρος και ο ίδιος ο υπουργός.
Ποια είναι όμως αυτή η επιτροπή, ποιοι είναι οι συντάκτες του νέου αντιτρομοκρατικού νόμου, εκείνοι που πήραν μέρος και στην κυοφορία και στη γέννα; Η σύνθεση αυτής της επιτροπής που συγκροτήθηκε σε σώμα με απόφαση του κ. Σταθόπουλου δεν έμεινε η ίδια από την αρχή ως το τέλος. Το έργο της άρχισε ακριβώς στις 25 Οκτωβρίου και την προεδρία της επιτροπής είχε καθ’ όλη τη διάρκεια των εργασιών της ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης κ. Πρόδρομος Ασημιάδης, συνταξιούχος ανώτατος δικαστικός που είχε υπηρετήσει στο παρελθόν σε νευραλγικές διοικητικές θέσεις στη Δικαιοσύνη (προϊστάμενος του Πρωτοδικείου Αθηνών).
Από την αρχική της σύνθεση άμα τη αναλήψει των καθηκόντων τους απεχώρησαν οι καθηγητές της Θεσσαλονίκης Ιωάννης Μανωλεδάκης και Νίκος Παρασκευόπουλος, και οι δύο επικαλούμενοι φόρτο και αδυναμία να ανταποκριθούν στις συνεχείς μεταβάσεις στην Αθήνα, μια και η επιτροπή συνεδρίαζε δύο φορές την εβδομάδα αρχικά και στη συνέχεια σχεδόν κάθε ημέρα και τα Σαββατοκύριακα.
Οι αποχωρήσεις Παρασκευόπουλου – Μανωλεδάκη δεν είχαν σχέση, όπως δήλωσαν επισήμως και οι ίδιοι, με βαθύτερες διαφωνίες τους σχετικά με την ανάγκη ή μη για νομοθετικές παρεμβάσεις για τη δίωξη της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος.
Στη συνέχεια αποχώρησε από την επιτροπή ο κ. Αργύρης Καράς, καθηγητής του Ποινικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, πρώην γενικός γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης επί κυβερνήσεως της Νέας Δημοκρατίας, επικαλούμενος και αυτός φόρτο εργασίας (η επιτροπή δούλευε με εντατικούς ρυθμούς και ο κ. Καράς δεν είχε χρόνο για τόσο χρονοβόρο απασχόληση).
Ο μόνος που απεχώρησε διατυπώνοντας επιστημονικό αντίλογο ήταν ο εγνωσμένου κύρους ποινικολόγος κ. Χριστόφορος Αργυρόπουλος, ο οποίος διατύπωσε τη θέση ότι το νομοθετικό μας πλαίσιο είναι επαρκές και άλλες νομοθετικές παρεμβάσεις δεν χρειάζονται. Τις θέσεις των αποχωρησάντων προτού καλά καλά αρχίσει το έργο της επιτροπής κατέλαβαν ο κ. Φίλ. Σπυρόπουλος, συνταγματολόγος (πρώην και αυτός γενικός γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης επί κυβερνήσεως ΝΔ) ο κ. Αντ. Βγόντζας (γνωστός ποινικολόγος) και ο κ. Ν. Λιάβος, λέκτωρ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου κ. Γ. Κασιμάτης δεν μετείχε στην επιτροπή (απλώς του προτάθηκε και δεν δέχθηκε).
Ετσι εκείνοι που «τράβηξαν το κουπί» της νομοπαρασκευαστικής εργασίας ήταν από την αρχή ως το τέλος ο κ. Πρόδρομος Ασημιάδης, οι εισαγελείς κκ. Β. Μαρκής και Ι. Διώτης (ο δεύτερος εποπτεύει των ερευνών για την τρομοκρατία), οι πανεπιστημιακοί κκ. Ν. Ανδρουλάκης, Χρ. Μυλωνόπουλος, Ι. Πανούσης, Φίλ. Σπυρόπουλος, Αντ. Βγόντζας και Ν. Λιάβος και ως σύμβουλος του υπουργού Δικαιοσύνης ο κ. Χ. Παπαχαραλάμπους, ο οποίος παραιτήθηκε προχθές μετά το τέλος του έργου της επιτροπής καταγγέλλοντας την πλήρη διαφωνία του με τη φιλοσοφία του νομοσχεδίου.
Ο κ. Παπαχαραλάμπους, σύμφωνα με πληροφορίες, παραιτήθηκε μετά την παύση του από τον υπουργό Δικαιοσύνης και έπειτα από επεισόδιο που σημειώθηκε μέσα στην επιτροπή, όπου συνέβησαν τα εξής: Ο κ. Παπαχαραλάμπους, ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, είχε προσληφθεί ως σύμβουλος επί υπουργίας Ευ. Γιαννόπουλου και παρέμεινε και επί Σταθόπουλου, εμφάνισε ως έργο της επιτροπής κάποιο προσχέδιο, μετέχοντας σε δημόσια επιστημονική συζήτηση, προκαλώντας την αντίδραση μελών της. Μάλιστα εις εξ αυτών, ο κ. Βγόντζας, έθεσε θέμα δεοντολογίας για τον κ. Παπαχαραλάμπους και τον κατήγγειλε για προσπάθεια ιδιοποιήσεως του έργου της επιτροπής. Ο κ. Σταθόπουλος προ της γενικευμένης αντιδράσεως έπαυσε τον σύμβουλό του, ο οποίος ύστερα από τέσσερις ημέρες και μετά το τέλος των εργασιών της φρόντισε και να παραιτηθεί…