ΥπΟπτες αποφάσεις που αφορούν τον καταλογισμό φόρων σε ιδιώτες ύψους εκατομμυρίων δραχμών από αγορές αλλά και κληρονομιές εντοπίστηκαν από ανώτατο δικαστικό, σύμβουλο του Συμβουλίου της Επικρατείας, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο και Εφετείο της Αθήνας, προκαλώντας, όπως επισημαίνεται στην έκθεσή του, «αμφιβολίες για το ήθος μελών του δικαστηρίου». Οι περίεργες αποφάσεις ορισμένες είναι σκανδαλώδεις τώρα ελέγχονται εξονυχιστικά προκειμένου να αποκαλυφθούν οι υπόγειες διαδρομές που οδήγησαν στην έκδοσή τους.
Αμέσως μετά την υποβολή της έκθεσης του ανωτάτου δικαστικού, που έχει αναλάβει το βαρύ έργο της επιθεώρησης των διοικητικών δικαστηρίων, ενημερώθηκε ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας κ. Βασ. Μποτόπουλος, ο οποίος έδωσε εντολή και ελέγχονται σε βάθος όλες οι αποφάσεις της τελευταίας πενταετίας σε ορισμένες κατηγορίες υποθέσεων, καθώς και όλες οι αποφάσεις προέδρων Πρωτοδικών αλλά και Εφετών που έχουν κινήσει υπόνοιες μεροληψίας και κρίνονται ύποπτες. Οι έρευνες διενεργούνται με απόλυτη μυστικότητα και για να ολοκληρωθούν σε σύντομο χρόνο έχουν ανατεθεί σε ομάδα δικαστών του ΣτΕ, που συνεπικουρούν τους αρμοδίους για την επιθεώρηση.
Η ομάδα «κάθαρσης» δικαστών του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου της χώρας, σύμφωνα με πληροφορίες, με κόπο προσπαθεί να ελέγξει μία προς μία εκατοντάδες αποφάσεις και να διερευνήσει τα βαθύτερα αίτια μεροληψιών που «εκθέτουν τη λειτουργία και το κύρος του δικαστηρίου και προκαλούν υπόνοιες για το ήθος δικαστικών του λειτουργών».
Παραλλήλως με τον έλεγχο των αποφάσεων διενεργείται και δικαστική έρευνα (προκαταρκτική εξέταση) για συγκεκριμένους δικαστές. Η έρευνα αφορά δικαστικούς, προέδρους Πρωτοδικών και προέδρους Εφετών, για τους οποίους από την πρώτη φάση των ερευνών (τακτική επιθεώρηση) έχουν προκύψει σαφείς ενδείξεις για αντιδικαστική συμπεριφορά, σε ό,τι αφορά την έκδοση αποφάσεων, οι οποίες έρχονται σε ευθεία αντίθεση με το κοινό περί δικαίου αίσθημα, ενώ άλλες δεν αντέχουν ούτε στον έλεγχο της λογικής!
Ευχής έργο θα ήταν οι ενδείξεις περί επιόρκων να περιορίζονταν μόνο σε εκείνους που αναμείχθηκαν στη συγκεκριμένη υπόθεση. Δυστυχώς, όμως, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Οπως αναφέρεται στην έκθεση, αν και δεν ελέγχονται οι πρόεδροι Εφετών, υπήρξαν καταγγελίες για έκδοση, από ορισμένους, αποφάσεων οι οποίες ήταν τουλάχιστον περίεργες και αφορούσαν δίκες για να ανασταλεί η καταβολή βεβαιωμένων φόρων. Οι καταγγελίες, σύμφωνα με τον συντάκτη της εκθέσεως, ήταν αρχικά ανώνυμες και προέρχονταν από ανώτερους δικαστές, που γνώριζαν πρόσωπα και πράγματα, οι οποίες ελέγχθηκαν στη συνέχεια, με αποτέλεσμα «να γεννηθούν πολλές αμφιβολίες για το ήθος ορισμένων μελών του δικαστηρίου»!
Αμέσως ο επιθεωρητής προχώρησε σε έλεγχο όλων των αποφάσεων που είχαν εκδοθεί από προέδρους Εφετών (αν και δεν συνηθίζεται) και επισημάνθηκαν ως, τουλάχιστον, περίεργες δεκάδες αποφάσεις που αφορούν την καταβολή φόρων και άλλες με τις οποίες δόθηκε αναστολή για την πληρωμή τους. Αναφέρεται, μεταξύ άλλων, με τον χαρακτηρισμό «άκρως προβληματική», απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με αντικείμενο φόρο 500. 000.000 δραχμών, που εκδόθηκε «κατά πλήρη παραγνώριση της νομολογίας του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας» (!), ενώ σημειώνονται επίσης και δεκάδες άλλες που έχουν εκδοθεί από το 1993 ως και το τέλος του 1995, όλες με αντικείμενο τον προσδιορισμό φόρων, δασμών και τελών που επρόκειτο να πληρωθούν στο Δημόσιο.
Μόλις ολοκληρώθηκε η τακτική επιθεώρηση στο Συμβούλιο της Επικρατείας (έχει την ευθύνη του πειθαρχικού ελέγχου στα διοικητικά δικαστήρια), σήμανε συναγερμός. Ενημερώθηκε ο πρόεδρος του Δικαστηρίου κ. Β. Μποτόπουλος και διετάχθη έκτακτη επιθεώρηση, με αντικείμενο «τον έλεγχο του συνόλου των αποφάσεων της τελευταίας πενταετίας των φερομένων ως εμπλεκομένων δικαστών, τον έλεγχο του συνόλου των αποφάσεων των προέδρων Τμημάτων του Πρωτοδικείου και του Εφετείου επί αιτήσεων αναστολής».
Για να διεξαχθεί σε σύντομο χρόνο η έκτακτη επιθεώρηση αποφασίστηκε «να ανατεθεί σε ισάριθμο αριθμό συμβούλων του ΣτΕ, συνεπικουρουμένων από παρέδρους του Β’ Τμήματος ώστε η έρευνα να επεκταθεί σε βάθος».
Επίσης διατάχθηκε προκαταρκτική εξέταση προς διακρίβωση των καταγγελλομένων για προσδιορισμούς που έγιναν από τον αναπληρωτή προϊστάμενο του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, αν (όπως αναφέρεται στην έκθεση) «πράγματι προσδιορίστηκαν υποθέσεις σοβαρού φορολογικού αντικειμένου και διοικητικών συμβάσεων στο αναρμόδιο κατά τον κανονισμό τμήμα, του οποίου προΐσταται και ποία η εξέλιξή τους».
Ακόμη διατάχθηκε προκαταρκτική εξέταση για τις συνθήκες λειτουργίας του 16ου Τμήματος του Πρωτοδικείου Αθηνών επί προεδρίας συγκεκριμένου δικαστή, προκειμένου να διαπιστωθεί «αν πράγματι δημοσιεύθηκαν αποφάσεις χωρίς προηγούμενη διάσκεψη των μελών της συνθέσεως για τη θεμελίωση τυχόν πειθαρχικής ευθύνης του προέδρου του Τμήματος» καθώς και «προκαταρκτική εξέταση για τις συνθήκες έκδοσης των αποφάσεων που προαναφέρονται».
Ο σύμβουλος του ΣτΕ που διενήργησε την επιθεώρηση στην έκθεσή του περιλαμβάνει και προτάσεις για τη λήψη νομοθετικών μέτρων, με σκοπό να κλείσουν τα παραθυράκια που οδηγούν σε αυθαίρετες και παράνομες δικαστικές κρίσεις καθώς και μέτρα για τη βελτίωση της λειτουργίας των διοικητικών δικαστηρίων. Απαραίτητο το πόθεν έσχες
Τη θεσμΟθέτηση πόθεν έσχες τουλάχιστον για τους ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς προτείνει στην έκθεσή του ο σύμβουλος του ΣτΕ κ. Στ. Σαρηβαλάσης που διενήργησε τον έλεγχο στα διοικητικά δικαστήρια της Αθήνας ως το μόνο μέτρο για τον περιορισμό των κρουσμάτων επίορκων δικαστικών λειτουργών και για τη μείωση των αποφάσεων που κρίνονται παράνομες προκαλώντας το κοινό περί δικαίου αίσθημα και κλονίζοντας την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Ο κ. Σαρηβαλάσης κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την εύρυθμη λειτουργία των διοικητικών δικαστηρίων (δικάζουν σοβαρότατες υποθέσεις οικονομικού αντικειμένου) από τις τρομακτικές ελλείψεις σε προσωπικό (δικαστές και γραμματείς) αλλά και από την ανυπαρξία κατάλληλης υποδομής (το στεγαστικό πρόβλημα της διοικητικής δικαιοσύνης μας εκθέτει διεθνώς).
Χιλιάδες υποθέσεις, όπως επισημαίνει, εκκρεμούν προς εκδίκαση, τουλάχιστον 21 χιλιάδες είναι οι αδίκαστες υποθέσεις, εκ των οποίων πολλές ήδη έχουν παραγραφεί! Ειδικότερα 4.000 αδίκαστες υποθέσεις αφορούν αγωγές αποζημίωσης κατά του Δημοσίου, 3.100 ασφαλιστικές (απονομή συντάξεων κλπ.) και 800 περίπου διοικητικές συμβάσεις, εκ των οποίων οι περισσότερες σημαντικά δημόσια έργα για τα οποία επιβάλλεται η ταχεία εκδίκασή τους.
Για την αντιμετώπιση του άμεσου κινδύνου αρνησιδικίας προτείνεται η αύξηση των θέσεων των δικαστών στο Εφετείο αλλά και στο Πρωτοδικείο, η αύξηση του αριθμού των δικαστικών υπαλλήλων ήδη τα κενά ανέρχονται σε 32% των οργανικών θέσεων καθώς και η προώθηση νομοθετικής ρύθμισης με την οποία να προβλέπεται μεγαλύτερος χρόνος για την παραγραφή, ώστε να αποφεύγεται το φαινόμενο μαζικής παραγραφής σημαντικών υποθέσεων.