Για την κατάσταση της Δικαιοσύνης έχουν γραφτεί πολλά, έχουν εξαγγελθεί επίσης πολλά κατά καιρούς, έχουν γίνει ορισμένα σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια, αλλά η εικόνα της καθυστέρησης στην απονομή της παραμένει και στοιχειώνει τη θεσμική υπόσταση της χώρας μας εν έτει 2023.
Η νέα κυβέρνηση έχει παρουσιάσει ένα ελπιδοφόρο σχέδιο, που αναμένεται να εμπλουτιστεί από τον υπουργό Δικαιοσύνης Γιώργο Φλωρίδη, προκειμένου κάποια, πολύ βασικά, να προχωρήσουν και το σήμερα του δικαστικού μας συστήματος να αποτελέσει οριστικά παρελθόν σε ορατό χρόνο.
Η εμπειρία όμως έχει δείξει πως για να προχωρήσουν ουσιαστικά οι όποιες αλλαγές, για «να σπάσουν αυγά» και οι μεταρρυθμίσεις να πραγματοποιηθούν, όχι απλά να εξαγγελθούν ή να νομοθετηθούν, το βασικό είναι να υπάρχουν στις κρίσιμες θέσεις εκείνοι που θα τις υλοποιήσουν. Αλλά χρειάζεται και κάτι παραπάνω. Να τις πιστεύουν βαθιά και να τις ενστερνίζονται.
Προς τούτο, δεν αρκεί η κυβέρνηση να κινείται σε ρότα αλλαγών και βελτιώσεων, είναι απαραίτητο και η ηγεσία της Δικαιοσύνης να είναι στο ίδιο μήκος κύματος.
Γι’ αυτό, οι φετινές επιλογές που έχει να κάνει η κυβέρνηση για την ηγεσία της Δικαιοσύνης ενόψει των αλλαγών που έχουν εξαγγελθεί, αποκτούν μια εντελώς διαφορετική σημασία.
Πριν από λίγες ημέρες, στα τέλη Ιουνίου, τόσο η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Μαρία Γεωργίου όσο και ο εισαγγελέας του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ισίδωρος Ντογιάκος αποχώρησαν λόγω συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας, ενώ το ίδιο συνέβη και με αντιπροέδρους στα ανώτατα δικαστήρια.
Σε λίγες ημέρες η κυβέρνηση, το υπουργικό συμβούλιο δηλαδή, θα αποφασίσει ποιοι ανώτατοι δικαστικοί θα ηγηθούν της Δικαιοσύνης για τα επόμενα κρίσιμα χρόνια. Η συνήθης πολιτική πρακτική πολλών ετών και πολλών κυβερνήσεων, να επιλέγονται ανώτατοι δικαστές με μόνο κριτήριο τη δικαστική επετηρίδα, δεν απέδωσε στην πράξη. Οι συγκεκριμένες επιλογές αποδείχθηκαν τις περισσότερες φορές «δίκοπο μαχαίρι», καθώς άλλοι από τους επιλεγέντες ήταν ικανοί και απέδωσαν κι άλλοι δεν μπορούσαν να σταθούν σε τόσο κορυφαίες θέσεις, δημιουργώντας, στην καλύτερη περίπτωση, προβλήματα στασιμότητας στην υπάρχουσα προβληματική λειτουργία του δικαστικού μας συστήματος.
Από την άλλη, τα ίδια και χειρότερα αποτελέσματα προκλήθηκαν και από επιλογές που έγιναν στη λογική «του δικού μας», οι οποίες ορισμένες φορές αποδείχθηκαν έως και καταστροφικές για τη Δικαιοσύνη και βλαπτικές ακόμη και για τις κυβερνήσεις που τις έκαναν.
Με αυτά τα δεδομένα, οι τωρινές επιλογές στην ηγεσία της Δικαιοσύνης, με βασικό κριτήριο την ικανότητα, το επιστημονικό κύρος και την εμπεδωμένη αντίληψη ότι πολλά οφείλουν και από πλευράς δικαστικών να αλλάξουν, πιθανότατα να συμβάλουν στο να αλλάξει η Δικαιοσύνη σελίδα προς το συμφέρον των πολιτών, της οικονομίας, των επενδύσεων και της ανάπτυξης της χώρας. Βεβαίως, η επετηρίδα είναι βασικό κριτήριο. Ωστόσο, δεν είναι δυνατόν να είναι το μοναδικό, γιατί αλλιώς η αξιοκρατία και η ουσιαστική αξιολόγηση πάνε περίπατο. Με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τέτοιας βαρύτητας κορυφαίες θέσεις της δικαστικής ιεραρχίας…