Κατάθεση-σοκ στη δίκη για το Μάτι: «Δεν ήθελα το παιδί μου να με δει να πεθαίνω»

Δεν έχουν τέλος οι σπαρακτικές καταθέσεις στη δίκη των υπευθύνων για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι, καθώς σειρά στο έδρανο του μάρτυρα πήραν εγκαυματίες και άνθρωποι που βίωσαν την κόλαση της φωτιάς. Η Κάλι Αναγνώστου, η οποία επέζησε με βαριά τραύματα στο σώμα και ανεξίτηλα σημάδια στην ψυχή της, κατέθεσε χθες στο δικαστήριο πώς μπόρεσε να σωθεί, καμένη, και πώς σώθηκε το 4,5 ετών παιδάκι της με βαριά εγκαύματα και αυτό.

Η μάρτυρας περιέγραψε τη φρίκη του εγκλωβισμού από τη φωτιά, όταν το σπίτι τους κυκλώθηκε από τις φλόγες. Συγκλόνισε το ακροατήριο, μιλώντας για το παιδί της και πώς προσπάθησε να σωθούν. «Κατά τις 18:05 ξύπνησε το παιδί και τότε κόπηκε το ρεύμα. Από ένστικτο ανέβηκα επάνω και πήρα ρούχα για το παιδί. Εριξα μια ματιά έξω και είδα το μαύρο σύννεφο που είχε φτάσει σε εμάς. Είδα τεράστιες φλόγες δεξιά μου και φώναξα το παιδί μου. Καιγόμαστε! Πέφτουμε και οι δύο κάτω και αρχίζει το παιδί να ουρλιάζει: “Μαμά, καίγομαι!”. Συνειδητοποίησα ότι δεν είχε βάλει τη μπλούζα του. “Μην κοιτάς τίποτα, μόνο τρέξε”. Οπως τρέχουμε λιώνουν τα πόδια του. Φωνάζει “μαμά μου, βοήθα με, μαμά, σώσε με”».

Συνεχίζοντας η μάρτυρας να εξιστορεί πώς γλίτωσαν από την πύρινη λαίλαπα, είπε ότι βρήκε καταφύγιο στη θάλασσα και ότι το παιδί της σώθηκε διότι κάποια τουρίστρια του τύλιξε με πανιά τα καμένα του πόδια. «Καιγόμασταν σαν τα ποντίκια και φύγαμε σαν τα ποντίκια», είπε η κ. Αναγνώστου και πρόσθεσε πως μπήκε μέσα στη θάλασσα, σχεδόν λιπόθυμη, για να «μην τη δει το παιδί της να πεθαίνει μπροστά του». Ταυτόχρονα, όπως πρόσθεσε, «ο κόσμος ούρλιαζε για βοήθεια και να μην έρχεται η βοήθεια από πουθενά».

Στο νοσοκομείο

«Ακούω στην τηλεόραση να λένε ότι όλα έγιναν καλά. Οι νεκροί κι εμείς είμαστε η απόδειξη ότι όλα έγιναν καλά», είπε η εγκαυματίας σε σκωπτικό τόνο.

Αναλυτικά μίλησε η μάρτυρας και για τον αγώνα της στα νοσοκομεία, την οδύνη των εγκαυμάτων και τη φρίκη των όσων έζησε. Κοντά σε αυτά την αγωνία για το δράμα του παιδιού της, εγκαυματίας και αυτό, που νοσηλευόταν στο Παίδων. «Ακούω στην τηλεόραση –είπε η εγκαυματίας με σκωπτικό τρόπο– ότι “όλα τα κάναμε καλά και θα τα ξανακάναμε με τον ίδιο τρόπο”. Οι νεκροί κι εμείς είμαστε η απόδειξη ότι όλα έγιναν καλά! Με τον ίδιο τρόπο θα τα ξαναέκαναν»!

Στη συνέχεια αναφέρθηκε στις υπεράνθρωπες προσπάθειες να ζήσει και να ζήσει και το παιδί της. «Ημουν καμένη σε όλο το σώμα. Το πρόσωπο παραμορφωμένο. Με είχαν γεμίσει με σωληνάκια. Δεν υπήρχε φλέβα να μην έχει χρησιμοποιηθεί. Και να καίνε όλα. Ολο αυτό που είχα εισπνεύσει είχε συγκεντρωθεί στα πνευμόνια. Αρχισα να κάνω αιμόπτυση, να βγάζω πήγματα μαύρα». Η μάρτυρας περιέγραψε ότι όταν το παιδί της βγήκε από το νοσοκομείο, ήθελε να τη δει. «Εγώ δεν ήθελα. Ημουν γεμάτη πληγές. Εκανα δεύτερο χειρουργείο. Οι σωματικές βλάβες θα μας κυνηγούν μια ζωή. Δεν θα έχουμε φυσιολογική ζωή».

Φυλακισμένες ζωές

Αναφερόμενη στο παιδί της τόνισε: «Ενα παιδί μικρό που έχει μια ζωή που μόνο παιδική δεν είναι. Δεν μπορεί να αθληθεί, να παίξει. Να ξυπνάει τα βραδιά, να ουρλιάζει. Να το ζει ξανά και ξανά. Το παιδί μου δεν θα έχει ζωή όπως τα άλλα παιδιά. Ξυπνάει και λέει “τα χεράκια μου, τα ποδαράκια μου…”. Ζούμε ζωές φυλακισμένες. Κανένας μας δεν κοιμάται καλά το βράδυ. Τέσσερα χρόνια ουρλιάζουν όλα μέσα σου…». Η ατμόσφαιρα στην αίθουσα του Εφετείου βάρυνε όταν συγγενείς άφησαν φωτογραφίες των θυμάτων στα έδρανα.

Scroll to Top