Οι δικαστικοί, αυτό ορίζει το Σύνταγμα μας, είναι κρατικοί λειτουργοί αυξημένης συνταγματικής προστασίας και ειδικής μισθολογικής αντιμετώπισης. Οι συνταγματικές προβλέψεις γι αυτούς δεν έγιναν ούτε για να περνάει η ώρα, ούτε για να εφαρμόζονται καταχρηστικά από τους ίδιους τους δικαστές.
Χρόνια τώρα οι δικαστικές ενώσεις και οι δικαστικοί λειτουργοί έχουν προχωρήσει σε διεκδικήσεις οικονομικών αιτημάτων τους με αποφάσεις που εξέδωσαν τα δικαστήρια.
Η κατάσταση με τις οικονομικές διεκδικήσεις του δικαστικού σώματος υποχρέωσε την πολιτεία στο πλαίσιο της συνταγματικής αναθεώρησης, για να προστατευθεί, πρωτίστως, το κύρος της δικαιοσύνης, να ιδρύσει ειδικό δικαστήριο, το Μισθοδικείο, που ασχολείται με τα οικονομικά των δικαστών. Ηταν όμως αυτό αρκετό, ώστε να μην βρεθεί για μία ακόμη φορά το δικαστικό σώμα στη δίνη σφοδρών επικρίσεων για οικονομικές διεκδικήσεις και για αποφάσεις που σχολιάζονται με το «Γιάννης πίνει και Γιάννης κερνάει»;
Όπως προκύπτει από την υπόθεση με τις συντάξεις των δικαστών, ούτε το Μισθοδικείο (εκεί είναι μειοψηφία οι δικαστές) στάθηκε ικανό για να αποτρέψει ένα νέο κύκλο σκληρών επικρίσεων, καθώς εκείνο αποφάσισε αρχικά να αυξηθούν οι συντάξεις των δικαστικών να επανέλθουν στα επίπεδα πριν από το 2012. Την ίδια απόφαση για αύξηση των συντάξεων έλαβε στη συνέχεια και η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ερμηνεύοντας το σύνταγμα και τις άλλες σχετικές διατάξεις.
Όμως αρκεί η ερμηνεία του Συντάγματος, που επιφυλάσσει και σωστά ειδική μισθολογική μεταχείριση στους δικαστές για να ληφθούν τέτοιες αποφάσεις η είναι απαραίτητο να προσμετρούν οι δικαστικοί σχηματισμοί που τις εκδίδουν και άλλα κριτήρια και εν τέλει να λαμβάνουν υπόψη τους και τη δημοσιονομική συγκυρία; H απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι θετική. Οι δικαστές δεν αποφασίζουν «μέσα σε μια γυάλα» για θέματα που αφορούν την οικονομική σταθερότητα της χώρας και επηρεάζουν την ευημερία του συνόλου.
Άλλωστε δεν είναι λίγες οι φορές, που τα ανώτατα δικαστήρια, Συμβούλιο Επικρατείας και Ελεγκτικό Συνέδριο, με μείζονος σημασίας αποφάσεις τους, στήριξαν στα δίσεκτα χρόνια της κρίσης την σταθερότητα της χώρας και συνέβαλαν καθοριστικά στο να βγούμε από αυτή. Οι αποφάσεις τους για τις μειώσεις μισθών και συντάξεων στο πλαίσιο των μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής, αποτελούν απάντηση σε εκείνους που λένε, ότι η δικαιοσύνη δεν μπορεί να αποφασίζει με δημοσιονομικά κριτήρια.
Αλλά ως φαίνεται, όταν πρόκειται για οικονομικά αιτήματα μισθωτών η συνταξιούχων η δικαιοσύνη προσμετρά τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια – και σωστά- τη δημοσιονομική πλευρά του όλου θέματος, όμως δεν κάνει το ίδιο, όταν πρόκειται για αιτήματα των δικαστών, κάτι που εκθέτει τη δικαιοσύνη και το κύρος της στα μάτια των πολιτών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δημοκρατία και την αίσθηση ισονομίας που όλοι οφείλουμε να έχουμε