Οι φυλακές «ανακυκλώνουν» εγκληματίες

Το είπε η καθηγήτρια της Εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κυρία Καλλιόπη Σπινέλλη: οι φυλακές μας θυμίζουν τις περιστρεφόμενες θύρες των ξενοδοχείων. Μπαίνουν και βγαίνουν οι κρατούμενοι ή μάλλον βγαίνουν και μπαίνουν δίχως να έχει τέλος αυτή η θλιβερή περιστροφή. Τα στατιστικά στοιχεία, η πραγματικότητα των φυλακών μας, τα αίτια, τα πρόσωπα, οι προτάσεις και οι προοπτικές αποτέλεσαν το αντικείμενο ενός μοναδικά οργανωμένου συνεδρίου που έγινε από την Εταιρεία Δικαστικών Μελετών στο ακριτικό Καστελόριζο με την παρουσία της αφρόκρεμας του νομικού και του δικαστικού κόσμου.

Αξίζει να δούμε πώς περιέγραψαν άνθρωποι της επιστήμης και της δικαιοσύνης τι πραγματικά συμβαίνει πίσω από τα κάγκελα. Πώς παρουσιάζουν – με στοιχεία και δεδομένα – την ακτινογραφία του σωφρονιστικού μας συστήματος. Και πρώτα πρώτα:


* Συγκλονιστικά τα στοιχεία της υποτροπής. Οσοι μπαίνουν, ξαναμπαίνουν. Το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό. Ας πάρουμε μια γεύση. Στη Γαλλία το 59% των κρατουμένων μέσα σε πέντε χρόνια υποτροπιάζει. Στην Ελβετία το 39% και στη Γερμανία για τους ανήλικους τα πράγματα είναι χειρότερα: στο 79% ανεβαίνει ο δείκτης της υποτροπής…


* Διαθέτουμε μία από τις μεγαλύτερες και πιο ανασφαλείς φυλακές στην Ευρώπη. Ο Κορυδαλλός, με 640 θέσεις και στην πραγματικότητα με 2.000 εγκλείστους, αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα πανευρωπαϊκώς. Η τάση διεθνώς – τώρα προσπαθούμε και εμείς να κάνουμε κάτι – είναι μικρές φυλακές για να έχουν ασφάλεια. Για παράδειγμα, στη Δανία το 70% των φυλακών είναι των 50 ατόμων και στην Ελβετία το 79% επίσης. Γενικά το 85% των φυλακών για κάτω από 100 κρατούμενους.


* Η κατάσταση στα δικά μας σωφρονιστικά καταστήματα εμφανίζεται κάπως έτσι: Υπεράριθμοι οι κρατούμενοι, περισσότεροι οι κατάδικοι από τους υπόδικους, οι μισοί αλλοδαποί, λίγες οι γυναίκες και τα ανήλικα. Ενας στους δύο λοιπόν αλλοδαποί και ένας στους τρεις «μέσα» για ναρκωτικά. Και ακόμη: Ενας στους δύο βαρυποινίτης.


* Το φυλακτικό προσωπικό λιγότερο από ό,τι χρειάζεται και λιγότερο ακόμη και από τις προβλέψεις των οργανικών θέσεων. Για τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους τα κενά – σε οργανικές θέσεις – 2.142! Και σε φυλακτικό προσωπικό 969.


* Η χώρα μας διαθέτει μια θλιβερή πρωτιά. Μαζί με την Τουρκία και την Αλβανία αποτελούν τις τρεις χώρες από το Συμβούλιο της Ευρώπης που επιβάλλουν βαριές ποινές. Το 1/3 πάνω από 10 χρόνια. Η Γερμανία, για παράδειγμα, για το 60% των κλοπών επιβάλλει χρηματικές ποινές και μόνο για το 8% συνολικά εγκλεισμό. Τα αντίστοιχα δικά μας στοιχεία είναι: 0% και 64%.


Οι προτάσεις των δικαστικών αλλά και των πανεπιστημιακών για μια πολιτική που θα οδηγεί στην έξοδο από τα αδιέξοδα του σωφρονιστικού μας συστήματος υπήρξαν πολλές, ουσιαστικές και κυρίως εφικτές και με βέβαιες αποδόσεις.


Ας μείνουμε όμως στην κωδικοποίησή τους έτσι όπως έγινε από την καθηγήτρια της Εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, την κυρία Καλλιόπη Σπινέλλη, που συμπερασματικά συνόψισε τα αναγκαία και απαραίτητα βήματα για να ‘ρθουν καλύτερες μέρες.


* Πληθυσμιακή μείωση των κρατουμένων στις φυλακές.


* Επιλεκτική αχρήστευση εγκληματιών.


* Αναπροσαρμογή της ποινικής μεταχείρισης των δραστών.


* Κατασκευή νέων και σύγχρονων φυλακών αλλά και βελτίωση των ήδη υπαρχουσών.


Το συνέδριο για το σωφρονιστικό σύστημα υπό την αιγίδα του Προέδρου της Δημοκρατίας, που πραγματοποιήθηκε στο Καστελόριζο, διοργανώθηκε από την Εταιρεία Δικαστικών Μελετών – ψυχή της διοργάνωσης ο πρόεδρός της κ. Δημ. Γουργουράκης, αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου ε.τ. και πρόεδρος της Κεντρικής Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής.


Μετείχαν ανώτατοι δικαστικοί, πανεπιστημιακοί και εισηγήθηκαν οι καθηγητές πανεπιστημίου κκ. Γ. Κασιμάτης, Καλλιόπη Σπινέλλη – από όπου και τα στοιχεία που προαναφέραμε -, Κων. Στεφανής, Ι. Γιαννίδης και οι δικαστικοί Ασπασία Μαγιάκου, Δημ. Λοβέρδος, Μιχ. Μαργαρίτης και ο εισαγγελέας κ. Στ. Μαντακιοζίδης. Το συνέδριο παρακολούθησαν περίπου 400 άτομα, ανάμεσά τους ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας κ. Χρ. Γεραρής, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Διον. Κατσιρέας, ο γεν. γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου κ. Σωκρ. Κοσμίδης και ο νομικός σύμβουλος του Πρωθυπουργού καθηγητής κ. Γ. Παπαδημητρίου καθώς και δεκάδες ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί, ο πρώην εισαγγελέας του ΑΠ κ. Παν. Δημόπουλος και άλλοι.


Αναζητούνται εννέα αδιάφθοροι υπερεπιθεωρητές * Γιατί απέτυχαν τα προηγούμενα μέτρα κάθαρσης και τι είναι το νέο ελεγκτικό σώμα που ίδρυσε ο κ. Πετσάλνικος


Ουδέν κακόν αμιγές καλού θα έλεγε κανείς, για τα μέτρα του υπουργού της Δικαιοσύνης που ακολούθησαν την πρωτοφανή απόδραση από τον Κορυδαλλό, αρκεί στην πράξη να πετύχουν. Διότι τώρα για το σώμα των υπερεπιθεωρητών στις φυλακές, που ίδρυσε ο κ. Φίλ. Πετσάλνικος – το μέτρο είχε προαναγγείλει σε συνέντευξή του από τις στήλες του «Βήματος» -, αναζητούνται εννέα δημόσιοι υπάλληλοι που οφείλουν να συγκεντρώνουν πολλά και δυσεύρετα προσόντα. Να είναι ικανοί, να έχουν γνώσεις, να έχουν διάθεση για δουλειά, να θέλουν να εργαστούν ειδικά στον δύσκολο – αν όχι και επικίνδυνο – χώρο των φυλακών και κυρίως να είναι – και να παραμείνουν – έντιμοι.


Το νέο σώμα των αδιάφθορων – κάτι ανάμεσα στο ΣΔΟΕ και στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ. – υπό την εποπτεία εισαγγελικού λειτουργού και μάλιστα εισαγγελέα εφετών θα έρθει να «ξετινάξει» τις φυλακές και να χτυπήσει τους θυλάκους παράνομης και οργανωμένης εγκληματικής δράσης που υπάρχουν – και ανθούν – στα σωφρονιστικά μας καταστήματα ανακυκλώνοντας, διευρύνοντας και βαθαίνοντας τα φαινόμενα εγκληματογένεσης μέσα και έξω από τις φυλακές.


Πού θα βρεθούν, θα ρωτήσει – και δικαίως – κάποιος, τόσοι και με τόσα προσόντα δημόσιοι υπάλληλοι; Η προσπάθεια του υπουργού της Δικαιοσύνης, προσπάθεια στη σωστή κατεύθυνση, εξαρτάται λοιπόν αποκλειστικά και μόνον από τα πρόσωπα. Από το ποιοι θα είναι εκείνοι που θα επιλεγούν για να διεκπεραιώσουν το ηράκλειο έργο του εντοπισμού και της μείωσης των φαινομένων εγκληματικότητας μέσα στις φυλακές.


Διότι οι αρμοδιότητες των υπερεπιθεωρητών για έλεγχο των φυλακών δεν έχουν όριο. Ξεκινούν από την απλή έρευνα, φθάνουν στη σε βάθος εξέταση – πάντα με την εποπτεία του εισαγγελέα – για να καταλήξουν ακόμη και σε συλλήψεις. Και βέβαια οι έρευνες και οι έφοδοι δεν θα έχουν ώρα και θα γίνονται με όλα τα μέσα (παρακολουθήσεις, υποκλοπές τηλεφωνημάτων και λοιπά), τηρουμένων ασφαλώς των νομίμων διαδικασιών.


Αν λοιπόν επιλεγούν οι κατάλληλοι και υπάρχουν μηχανισμοί ουσιαστικού ελέγχου από τον εισαγγελέα του έργου τους, τότε κάτι θα βγει. Αλλιώς θα έχουμε ακόμη ένα ελεγκτικό σώμα με ορατό τον κίνδυνο να εκφυλιστεί και αντί να ελέγχει και να αποκαλύπτει να μην ελέγχει και να συγκαλύπτει.


Το δεύτερο σημαντικό, που θα αποδειχθεί και κρίσιμο για την επιτυχία του νεότευκτου θεσμού, είναι να λειτουργήσουν πραγματικά οι αρμοδιότητες που έχουν προβλεφθεί για τους υπερεπιθεωρητές των φυλακών.


Η πρόσφατη εμπειρία, εξόχως διδακτική, των εισαγγελέων εποπτών στις μεγάλες φυλακές αποδεικνύει πως οι καλύτερες προβλέψεις για θεσμικές παρεμβάσεις αποτυγχάνουν όταν εκείνοι που καλούνται να τις υλοποιήσουν έχουν τα χέρια τους δεμένα.


Ας δούμε τι έγινε με τους επόπτες εισαγγελείς. Ο νόμος του 1995 που επέβαλε την παραμονή ενός ή δύο εισαγγελικών λειτουργών στις μεγάλες φυλακές – και μάλιστα με τον βαθμό του αντεισαγγελέα εφετών -, ως διασφάλιση της νομιμότητας και για την αποτροπή φαινομένων παρανομίας, δεν απέδωσε τα αναμενόμενα ούτε δικαίωσε τις προσδοκίες των εμπνευστών του. Απόδειξη πως επτά χρόνια μετά το αρμόδιο υπουργείο επιχειρεί να θεραπεύσει τα κακώς κείμενα και να καλύψει τα κενά στον έλεγχο των φυλακών ιδρύοντας το σώμα των υπερεπιθεωρητών, των λεγομένων «ράμπο».


Τι συνέβη όμως και ο θεσμός των εποπτών εισαγγελέων δεν πέτυχε τα προσδοκώμενα;


Δεν θέλησαν την κάθαρση των φυλακών οι εισαγγελείς ή δεν μπόρεσαν; Θα ξεκινήσουμε από το δεύτερο, γιατί το πρώτο ανάγεται στη σφαίρα μιας υποκειμενικής προσέγγισης που αφορά τον καθένα από τους εισαγγελικούς που κλήθηκαν να εποπτεύσουν τις φυλακές μας. Οι εισαγγελείς λοιπόν δεν μπόρεσαν διότι κλήθηκαν να αποδώσουν έργο δίχως να έχουν αρμοδιότητες. Κλήθηκαν να ελέγξουν τις φυλακές δίχως να έχουν αρμοδιότητα να ερευνήσουν, να κάνουν αυτεπαγγέλτως προκαταρκτική εξέταση. Κλήθηκαν δηλαδή ως ευνούχοι να μετάσχουν σε μια διαδικασία αναπαραγωγής. Και βέβαια δεν είχαν τα προσόντα.


Τώρα οι νέες ρυθμίσεις του υπουργείου για τους «ράμπο» στο πεδίο των προθέσεων και των νομικών κατοχυρώσεων εγγυώνται ότι και αρμοδιότητες θα υπάρξουν και διασφαλίσεις θα δοθούν. Αρκεί οι επιλεγέντες ως υπερεπιθεωρητές να είναι πραγματικά αδιάφθοροι – φυλακές θα πάνε οι άνθρωποι να ελέγξουν και όχι απλά επιχειρήσεις – και επιπλέον να είναι ικανοί και οι εισαγγελείς που θα αναλάβουν την εποπτεία τους.


Και αυτό είναι επίσης μείζον. Διότι ως τώρα δεν είναι λίγα τα παραδείγματα εισαγγελικών λειτουργών που επελέγησαν από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο του Αρείου Πάγου ως επόπτες των φυλακών, δίχως να διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα για να ανταποκριθούν σε τόσο σύνθετους και δύσκολους ρόλους. Γιατί είναι φυσικό να μην κάνουν όλοι οι εισαγγελικοί για τις φυλακές και για τους κρατουμένους.


Αν λοιπόν οι υπερεπιθεωρητές των φυλακών και οι εισαγγελικοί που θα τους εποπτεύουν είναι οι κατάλληλοι άνθρωποι στις κατάλληλες θέσεις, τότε οι προσδοκίες για τα εξαγγελθέντα μέτρα θα δικαιωθούν και στο μέτωπο για την πάταξη των φαινομένων εγκληματογένεσης μέσα στις φυλακές κάποια ουσιαστικά βήματα θα έχουν γίνει.

Scroll to Top