Η Θέμις έχει… ανοιχτά μάτια

Γνωστός ποινικολόγος που χειρίζεται μεγάλες υποθέσεις πριν από έναν περίπου χρόνο ευστόχως διατύπωσε την πρόταση: «Θέλετε πράγματι να χτυπηθούν τα κυκλώματα που οδηγούν στην έκδοση σκανδαλωδών αποφάσεων; Δεν έχετε παρά να εξαπολύσετε αστυνομικούς που θα παριστάνουν τους κατηγορουμένους σε ορισμένα γραφεία δικηγόρων των Αθηνών»! Για να προσθέσει: «Οι περισσότεροι θα αντιμετωπίσουν προτάσεις του τύπου «θέλω και τόσα (το «τόσα» εξαρτάται από τη σοβαρότητα της υπόθεσης και την ενοχή του κατηγορουμένου) για να κάνουμε τη δουλειά μας»».


Αυτό το «να κάνουμε τη δουλειά μας», ασφαλώς, αφορά εκείνους στους οποίους η πολιτεία ανέθεσε το υψηλό καθήκον να δικάζουν και να απονέμουν δικαιοσύνη. Είναι μια «σκοτεινή» πλευρά της δικαστικής μας πραγματικότητας η ύπαρξη κυκλωμάτων στον χώρο της δικαιοσύνης ή μήπως τα όσα θρυλούνται κατά καιρούς αποτελούν «δόλωμα» ορισμένων δικηγόρων προς τους πελάτες τους;


Ενα είναι βέβαιο. Στον χώρο της δικαιοσύνης κατά καιρούς έγιναν και γίνονται έρευνες για κάθε καταγγελία ή αναφορά που αφορά αντιδεοντολογική συμπεριφορά (με την ευρύτερη έννοια του όρου) οποιουδήποτε δικαστικού λειτουργού. Μάλιστα, στο δικαστικό σώμα, με πρωτοβουλία του πρώην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Γ. Πλαγιαννάκου, διατάχθηκε η μεγαλύτερη έρευνα «κάθαρσης» και διαπίστωσης των νοσηρών φαινομένων που έχουν ως αποτέλεσμα δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες κρίνονται όχι μόνο ύποπτες αλλά και σκανδαλώδεις.


Ουδέποτε ως σήμερα καταγγέλθηκε ή αποδείχθηκε χρηματισμός δικαστή. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν έχουν διαπιστωθεί, δεκάδες μάλιστα, αποφάσεις που κινούνται πέρα από κάθε όριο νομιμότητας. Η μεγάλη έρευνα, που διενεργήθηκε από τον αείμνηστο αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Φλούδα, αποκάλυψε ως ένα σημείο τις υπόγειες διαδρομές που οδηγούν στις σκανδαλώδεις αυτές αποφάσεις, χωρίς ωστόσο να αγγίξει την «καρδιά του προβλήματος». Η κατάληξή της, άλλωστε, αλλά και η αποτίμηση των συμπερασμάτων της από τον τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Γ. Πλαγιαννάκο κατέστησαν σαφές ότι οι δρόμοι που ακολουθούν οι «ενδιαφερόμενοι», για να γλιτώσουν τη δαμόκλεια σπάθη της δικαιοσύνης, απαιτούν μίτο της Αριάδνης!


Χωρίς καπνό φωτιά δεν βγαίνει


Η υπόθεση της αποφυλάκισης του κατηγορούμενου για ναρκωτικά Ευ. Χατζάρα από το Τριμελές Εφετείο του Ναυπλίου, με την προσκόμιση πλαστών πιστοποιητικών από κρατικό νοσοκομείο (είχε εμπλακεί ο πρώην βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας κ. Ευ. Παπανικολάου και είχε αρθεί η βουλευτική του ασυλία για την υπόθεση αυτή), είναι απτό παράδειγμα της έκδοσης σκανδαλώδους απόφασης αποφυλάκισης κατηγορουμένου για ναρκωτικά με παραπλάνηση του δικαστηρίου.


Δεν είναι, όμως, μόνο ορισμένοι δικηγόροι που φροντίζουν να «κατασκευάζουν» τις απαλλακτικές αποφάσεις των πελατών τους, να εξαγοράζουν στο παρασκήνιο μάρτυρες και να προσκομίζουν έγγραφα τα οποία το δικαστήριο πολλές φορές λαμβάνει υπόψη του, οδηγούμενο σε αποφάσεις που δεν είναι δίκαιες. Η αποφυλάκιση των μεγαλεμπόρων ναρκωτικών Σαΐτ Σαμπάν και Αντέμ Χουσεΐνογλου, που απασχόλησαν την έρευνα Φλούδα, απεδείχθη ότι οφείλετο και σε «πλημμέλειες των δικαστών» και σε «λαθροχειρίες» δικαστικών υπαλλήλων, που είχαν παραποιήσει πιστοποιητικά κρίσιμα για την υπόθεση, με αποτέλεσμα να αποφυλακισθεί ο Σαΐτ Σαμπάν μετά από 24 μήνες, ενώ κανονικά είχε δικαστεί σε 24 χρόνια!


Ο επηρεασμός όμως της κρίσης των δικαστικών λειτουργών σε λεπτές και ευαίσθητες υποθέσεις επιχειρείται με άλλους τρόπους, που αποτελούν πρακτική ορισμένων δικηγόρων, κατηγορουμένων και διαδίκων. Η επίκληση διασυνδέσεων με ιεραρχικά ανωτέρους, από τους οποίους εξαρτάται η καριέρα του δικαστή, οι γνωριμίες με οικονομικούς παράγοντες και πολιτικούς είναι «δολώματα» που συνήθως μετέρχονται οι ενδιαφερόμενοι για την ευνοϊκή μεταχείριση μιας συγκεκριμένης υπόθεσης. Ακόμη και οι απειλές και οι εκβιασμοί, τα τελευταία χρόνια, αποτελούν μεθόδους για να επηρεαστεί η ευθυκρισία των λειτουργών της δικαιοσύνης.


Επώνυμος κατηγορούμενος, ύποπτος για ηθική αυτουργία σε ανθρωποκτονία, μέσω του συνηγόρου του, για να επιτύχει απαλλακτική πρόταση από τον εισαγγελέα, υπέβαλε εναντίον του 21 αναφορές, οι οποίες απεδείχθησαν ανυπόστατες! Αλλά και ο «χειρισμός» της υπόθεσης του επιχειρηματία Ι. Βαγιωνή από τον συνήγορό του, γνωστό και έμπειρο ποινικολόγο κ. Α. Λυκουρέζο, κατέδειξε μια γνωστή στους δικαστικούς κύκλους πτυχή προσπάθειας επηρεασμού των δικαστών.


Πολλές φορές ακόμη και ο ίδιος ο νόμος με τις αντιφατικές διατάξεις και τα «παραθυράκια» που αφήνει ευνοεί την έκδοση αποφάσεων που προκαλούν ερωτηματικά. Στο πόρισμα Φλούδα επισημάνθηκαν δεκάδες αποφάσεις με αντικείμενο παραβάσεις του νόμου περί ναρκωτικών που οφείλονταν ακριβώς στις πλημμέλειες του νόμου 1729 που ίσχυσε ως το 1993 για την ποινική μεταχείριση των εμπλεκομένων σε σχετικές υποθέσεις.


Πάντως η αποκάλυψη των υπόγειων διαδρομών που οδηγούν σε παράτυπες αποφάσεις είναι έργο δύσκολο όπως απέδειξε και η έρευνα Φλούδα, η οποία ­ όπως ο ίδιος παραδέχθηκε στο πόρισμά του ­ «προσέκρουσε σε αντιδράσεις δικηγόρων, δικαστών, δικαστικών ενώσεων αλλά και άλλων ενδιαφερομένων, οι οποίες στόχο είχαν να ακυρώσουν τα αποτελέσματά της και να καταστήσουν την έρευνα για λόγους ευνόητους διαβλητή». Από τις χιλιάδες υποθέσεις που ελέγχθηκαν και τους 280 περίπου δικαστές που κλήθηκαν σε εξηγήσεις, τελικώς ελάχιστοι παραπέμφθηκαν στα πειθαρχικά συμβούλια και κανένας δεν υπέστη κυρώσεις.


Οι σκανδαλώδεις αποφάσεις που εντοπίστηκαν, όπως η αποφυλάκιση του Σαΐτ Σαμπάν, δεν οδήγησε σε κυρώσεις κατά των δικαστών διότι τα αδικήματά τους είχαν παραγραφεί. Για τον περιορισμό όμως των νοσηρών φαινομένων ­ έστω και μικρής έκτασης ­ στον χώρο της δικαιοσύνης, όπως είχε επισημάνει ο τότε εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Γ. Πλαγιαννάκος σε εμπιστευτική αναφορά του για την αξιολόγηση της έρευνας Φλούδα, πρέπει τέτοιες έρευνες να επαναλαμβάνονται, διότι «έχουν ως συνέπεια την ένταση της προσοχής των δικαστικών λειτουργών κατά την εκδίκαση των υποθέσεων και την καταβολή μείζονος προσπάθειας, ώστε να αποφεύγεται η επανάληψη περιπτώσεων και καταστάσεων, για φαινόμενα τα οποία προ της αποκαλύψεώς τους από την έρευνα Φλούδα δεν ήταν γνωστά και μάλιστα σε τέτοια έκταση ούτε στους αρμόδιους υπηρεσιακούς παράγοντες… και τα οποία δεν συμβιβάζονται με τη δικαστική ανεξαρτησία».

Scroll to Top