Ανήκει σε εκείνους που δεν προσεγγίζουν το φαινόμενο της τρομοκρατίας με γνώμονα τις υποκειμενικές τους αναζητήσεις και τις θεωρητικές τους απόψεις. Ο κ. Ιωάννης Διώτης, ο εισαγγελεύς που είναι αρμόδιος τα τελευταία χρόνια για τη δίωξη της τρομοκρατίας, διαθέτει και εμπειρία και επιστημονική κατάρτιση. Εχει απόψεις και θέσεις για το πώς το νομοθετικό μας πλαίσιο μπορεί και πρέπει να ενισχυθεί για τη θωράκιση της αντιτρομοκρατικής νομοθεσίας μας αλλά και ποια τολμηρά βήματα οφείλουμε να κάνουμε όλοι πολιτεία και κοινωνία για να αποτελέσει παρελθόν η τρομοκρατική δράση στη χώρα μας. Ο κ. Διώτης, ο οποίος μετέχει και στην ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή του υπουργείου Δικαιοσύνης που επεξεργάζεται τις νέες ρυθμίσεις για την πάταξη του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας, μιλάει στο «Βήμα» καταθέτοντας τολμηρές και παραλλήλως ρεαλιστικές θέσεις για το νομοθετικό μας μέλλον, όπου οφείλουμε να φωτίσουμε τον ζοφερό χώρο της οργανωμένης εγκληματικής δράσης. Με την αυτοπεποίθηση της επιστημονικής γνώσης αλλά και της εμπειρίας καταθέτει τον προβληματισμό του και τις απόψεις του για το σήμερα και το αύριο της αντιτρομοκρατικής μας πολιτικής.
Η αναγκαιότητα ενός νέου αντιτρομοκρατικού νόμου.
«Χρειαζόμαστε» τονίζει «ένα νέο σύγχρονο νομοθετικό πλαίσιο. Εκείνο που δεν μας χρειάζεται για την πάταξη της τρομοκρατίας είναι ένας ακόμη ψευδεπίγραφος νόμος. Ενας νόμος δηλαδή που θα πούμε ότι είναι για το οργανωμένο έγκλημα γενικά και θα εννοούμε ότι μέσα είναι και η τρομοκρατία. Γιατί αυτό έγινε και το 1991 με τον νόμο 1916 που ήταν, όπως υποστηρίχθηκε από πολλούς, ένας νόμος ψευδεπίγραφος».
Οι μάρτυρες και η τεράστια αξία τους.
«Οι μάρτυρες πρέπει να κυριαρχήσουν, πρέπει ιδιαιτέρως να προσεχθούν. Χωρίς τη συνδρομή τους δίωξη σε οργανωμένο έγκλημα και στην τρομοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει. Διότι και εδώ, στη χώρα μας, σε όσες υποθέσεις τρομοκρατίας αντιμετωπίσαμε, όπως τις αντιμετωπίσαμε, εκείνο που δεν μπορέσαμε να κάνουμε είναι ένα: να δέσουμε τις υποθέσεις».
Η προστασία των μαρτύρων.
«Οφείλουμε να διαθέτουμε προστατευτικό πλέγμα για τους μάρτυρες. Ρυθμίσεις που θα τους διευκολύνουν να μιλήσουν. Να πουν τι είδαν, τι ξέρουν. Στην Πορτογαλία, για παράδειγμα, ψηφίστηκε ένας ολόκληρος νόμος μόνον για την προστασία των μαρτύρων».
Οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις που θα διευκολύνουν τους μάρτυρες να μιλήσουν.
«Μπορούν να υπάρξουν, για παράδειγμα, κίνητρα όπως η επικήρυξη που ισχύει και σήμερα. Κίνητρα για επιεική μεταχείριση εκείνου που καταγγέλλει στις διωκτικές αρχές με συγκεκριμένα στοιχεία οργανωμένη εγκληματική δράση. Επίσης καταθέσεις χωρίς ανακοίνωση του ονόματος του μάρτυρα, καταθέσεις εκτός ακροατηρίου και πολλά άλλα που προβλέπονται και στη Σύμβαση που υπογράφηκε προσφάτως στο Παλέρμο. Ολα αυτά βέβαια» υπογραμμίζει με έμφαση «δεν σημαίνει ότι θα κατασκευάσουμε μάρτυρες. Οτι θα διευκολύνουμε μάρτυρες-φαντάσματα. Το αντίθετο. Θα προστατεύσουμε τους υπαρκτούς, τους αληθινούς μάρτυρες».
Ο έλεγχος του γενετικού υλικού και τα νέα αποδεικτικά μέσα στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας.
«Εδώ οφείλουμε να προχωρήσουμε σε ορισμένες ρυθμίσεις. Οχι σε ακραίες θέσεις, γιατί δεν μπορεί να υπάρξει έλεγχος του γενετικού υλικού, του DNA, χωρίς τη συναίνεση του υπόπτου. Το θέμα αυτό είναι ιδιαίτερο ευαίσθητο και το γιατί είναι αντιληπτό. Θα έλεγα όμως «ναι» στον έλεγχο του γενετικού υλικού υπό προϋποθέσεις. Για παράδειγμα: με τη συναίνεση του πολίτη. Οταν ο ίδιος θέλει να ελεγχθεί για να αποδείξει την αθωότητά του και να αποσείσει την εις βάρος του υποψία. Αλλά και σε άλλες περιπτώσεις: Οταν, για παράδειγμα, έχουμε ένα πτώμα και τρεις ύποπτους δράστες που συλλαμβάνονται στον τόπο του εγκλήματος, αλλά δεν ξέρουμε ποιος είναι εκείνος που τράβηξε τη σκανδάλη. Πάντα ωστόσο με την παροχή δικαστικών εγγυήσεων. Βεβαίως δεν μπορεί κανείς να υιοθετήσει αυτό που έγινε προσφάτως στη Βρετανία. Οπου σε καταγγελία για βιασμό σε μια μικρή κοινότητα, όλο το χωριό υποβλήθηκε σε έλεγχο του DNA για να εντοπιστεί ο δράστης…».
Η αυστηροποίηση της νομοθεσίας.
«Η διάταξη του ποινικού μας κώδικα για το αδίκημα της σύστασης και συμμορίας, που τώρα διώκεται σε βαθμό κακουργήματος, σε υποθέσεις οργανωμένου εγκλήματος θα πρέπει να γίνει κακούργημα».
Τα νέα αποδεικτικά μέσα στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας.
«Ισως θα πρέπει να περιληφθούν διατάξεις (δικονομικές) που θα λαμβάνονται υπόψη και μέσα αποδεικτικά, όπως οι βιντεοσκοπήσεις, οι υποκλοπές τηλεφωνικών συνομιλιών, όλα αυτά βέβαια πάντα με την παροχή δικαστικών εγγυήσεων. Και ακόμη με δικαστικές εγγυήσεις, υπό προϋποθέσεις, θα ήταν χρήσιμη η άρση του απορρήτου σε υποθέσεις οργανωμένου εγκλήματος του επαγγελματικού απορρήτου (όπως των δικηγόρων ή των δημοσιογράφων)».
Η επόμενη ημέρα σχετικά με τη δίωξη της τρομοκρατίας.
«Σήμερα είμαστε σε καλύτερο σημείο. Πολύ καλύτερο. Και αυτό γιατί ο πολίτης έχει συνειδητοποιήσει και συνειδητοποιεί καθημερινά το δικαίωμά του στην ασφάλεια. Το δικαίωμά του να ζει χωρίς τον φόβο. Και αυτό είναι πολύ μα πάρα πολύ σημαντικό στη δίωξη της τρομοκρατίας».
Η αποτυχία ως σήμερα στη δίωξη της τρομοκρατίας.
«Για την αποτυχία μας οφείλει κανείς να λάβει υπόψη του πολλά. Να λάβει υπόψη του ότι οι διωκτικοί μηχανισμοί με τα όποια λάθη τους κατέστησαν αναξιόπιστοι, όπως επίσης και το κράτος στην προσπάθειά του για την πάταξη της τρομοκρατίας. Οφείλουμε όμως να πούμε ότι και η κοινωνία δεν ήθελε. Δεν είχε πεισθεί για την αναγκαιότητα αυτή, ούτε και ο κρατικός μηχανισμός μπόρεσε, στάθηκε ικανός να την πείσει. Αντιμετωπίσαμε, με άλλα λόγια, το φαινόμενο με τα σύνδρομα του παρελθόντος, τις πληγές του εμφυλίου και της πρόσφατης πολιτικοκοινωνικής μας κατάστασης. Είναι όμως κατανοητά όλα αυτά. Και ερμηνεύσιμα».
* Ποια είναι τα δύο σημεία τριβής που απασχολούν την ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή Οι επτά εντολές Σταθόπουλου
Η κυοφορία του νέου νομοσχεδίου για το οργανωμένο έγκλημα και την τρομοκρατία δεν είναι, όπως άλλωστε αναμενόταν, εύκολη υπόθεση. Ούτε και απλή υπόθεση. Οπως δεν είναι ούτε απλή ούτε βατή υπόθεση η αντιμετώπιση και του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας. Η ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή που ήδη έχει συγκροτηθεί και εργάζεται πυρετωδώς στο υπουργείο Δικαιοσύνης, υπό την προεδρία του γενικού του γραμματέα κ. Πρόδρομου Ασημιάδη και τη συμμετοχή έγκριτων νομικών, εστιάζει τους προβληματισμούς της σε δύο σημεία-κλειδιά του νέου νομοθετήματος.
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Μιχάλης Σταθόπουλος με έγγραφό του προς τα μέλη της επιτροπής καθόρισε το πλαίσιο της νομοθετικής πρωτοβουλίας και τις προθέσεις της κυβέρνησης για την πάταξη του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας.
Οι εντολές του υπουργού, που αποτελούν και την πλατφόρμα επεξεργασίας των νέων ρυθμίσεων από την επιτροπή, είναι επτά και περιλαμβάνουν:
* Ρυθμίσεις για το οργανωμένο έγκλημα (τι είναι οργανωμένη εγκληματική δράση).
* Αυστηροποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας και επέκτασης του αξιοποίνου και σε άλλες παράνομες δραστηριότητες.
* Ρυθμίσεις για την ποινική ευθύνη και των νομικών προσώπων σε υποθέσεις οργανωμένης εγκληματικής δράσης.
* Διατάξεις για γρήγορη και σε βάθος εκκαθάριση των υποθέσεων τρομοκρατίας και οργανωμένου εγκλήματος.
* Δέσμη μέτρων για την προστασία των μαρτύρων και τη διευκόλυνση της παροχής πληροφοριών προς τις διωκτικές και δικαστικές αρχές.
* Προβλέψεις για νέα αποδεικτικά μέσα (έλεγχος γενετικού υλικού, παρακολουθήσεις κτλ.).
* Καθορισμός της συνθέσεως του δικαστικού σχηματισμού που θα δικάζει αυτές τις υποθέσεις (αν θα είναι μόνον δικαστές ή και ένορκοι).
Και ενώ ο κ. Σταθόπουλος έχει περιγράψει και διαγράψει το πλαίσιο της νομοθετικής επεξεργασίας, δύο σημεία είναι εκείνα στα οποία εστιάζεται ο προβληματισμός των μελών της επιτροπής αλλά και της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου.
Το πρώτο αφορά τις ρυθμίσεις και πώς τελικώς θα μορφοποιηθούν για τον έλεγχο του γενετικού υλικού και την είσοδο των νέων τεχνολογιών στα αποδεικτικά μέσα που θα μπορούν να χρησιμοποιούνται για την πάταξη της οργανωμένης εγκληματικής δράσης και της τρομοκρατίας. Ο κ. Σταθόπουλος με δήλωσή του στο «Βήμα» αποκωδικοποιεί πλήρως τη θέση του λέγοντας «δεν είμαι γενικά αντίθετος με τον έλεγχο του γενετικού υλικού αλλά το θέμα είναι ευαίσθητο και με απασχολεί» ενώ στην επιτροπή διατυπώνονται απόψεις που όλες έχουν έναν παρανομαστή. Αν τελικώς προβλεφθούν διατάξεις για τον έλεγχο του γενετικού υλικού η όλη διαδικασία θα γίνεται πάντα με αυστηρές δικαστικές εγγυήσεις. Το ίδιο θα ισχύει και για τη χρήση και άλλων μέσων αποδεικτικών που κινούνται στα όρια της νομιμότητας ή και εκτός αυτής (όπως, για παράδειγμα, των τηλεφωνικών υποκλοπών ή των παρακολουθήσεων των υπόπτων).
Το δεύτερο σημείο-κλειδί που ταλανίζει και θα ταλανίζει για καιρό τα μέλη της επιτροπής και όχι μόνον είναι οι διατάξεις για την προστασία των μαρτύρων και κυρίως εκείνες για τη διευκόλυνση στην παροχή πληροφοριών προς τις δικαστικές αρχές. Αν δηλαδή, για παράδειγμα, θα προβλεφθεί ο θεσμός του προβοκάτορα ή αν θα περιληφθούν ρυθμίσεις για ανώνυμες καταθέσεις, για επιεική μεταχείριση όσων διευκολύνουν τις αρχές στην πάταξη του οργανωμένου εγκλήματος κ.ά.