Οι αντιδράσεις για την απόφαση του Δικαστηρίου για τον Δημήτρη Λιγνάδη έχουν προσλάβει πλέον διαστάσεις, που αγγίζουν τα όρια της θεσμικής εκτροπής.
Η δημόσια διαπόμπευση και επικήρυξη της Προέδρου της δίκης και των άλλων δικαστικών, η οποία εμφανίζεται όχι μόνον από τα μέσα κοινωνικής δικτύωςης, αλλά και με οργανωμένες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας σε θέατρα και χώρους με καλλιτεχνικά δρώμενα , παραπέμπει σε καθεστώτα, όπου η διάκριση των εξουσιών δεν έχει εμπεδωθεί, η καταβάλλεται προσπάθεια το συνταγματικό τοπίο να καταστεί θολό, με συνέπειες διαλυτικές για το κοινωνικό σύνολο και για την ίδια την δημοκρατία.
Άλλο είναι η κριτική, σκληρή, σκληρότατη, στις δικαστικές αποφάσεις, που δεν είναι στο απυρόβλητο, και άλλο η διαπόμπευση δικαστών, οι οργανωμένες επιθέσεις κατά του Δικαστηρίου που εξέδωσε μια απόφαση, που έχει προκαλέσει προβληματισμούς και έντονες αμφισβητήσεις.
Οι δικαστικές αποφάσεις που είναι εσφαλμένες, διορθώνονται πρώτα από όλα από την ίδια τη δικαιοσύνη. Αυτά προβλέπονται από το σύνταγμα και αυτά ισχύουν σε όλες τις χώρες, όπου δημοκρατικά καθεστώτα, με τα όποια προβλήματά τους, ορίζουν τις ζωές των πολιτών.
Η απόφαση Λιγνάδη ήδη αποτελεί αντικείμενο για άσκηση έφεσης από την Εισαγγελία Εφετών. Η καταδίκη του σε 12 χρόνια και η απόφαση να αφεθεί ελεύθερος έως ότου δικαστεί η υπόθεση σε δεύτερο βαθμό, δεν αποτελεί αυθαίρετη κρίση του δικαστηρίου. Είναι πρόβλεψη του νόμου και μάλιστα η εφαρμογή του δεν είναι επιλεκτική για τον Λιγνάδη. Δεκάδες σε καθημερινή βάση που καταδικάζονται σε πολυετείς καθείρξεις, πάνω από δέκα χρόνια, αφήνονται ελεύθεροι έως τη δίκη του δεύτερου βαθμού.
Αν ο νόμος είναι εσφαλμένος,τα πολιτικά κόμματα έχουν την ευθύνη για την αλλαγή του. Τρομάζει η εφιαλτική εικόνα να γυρίσουμε τρεις αιώνες πίσω και να πάμε στις γκιλοτίνες η στα λαϊκά δικαστήρια. Η δικαιοσύνη απονέμεται από δικαστές. Τα προβλήματά της, οι υστερήσεις της, οι παθογένειες της είναι μείζονος σημασίας. Ομως άλλο η προβληματική της λειτουργία κι εντελώς άλλο η υποκατάσταση της από κοινωνικές ομάδες που θέλουν να επιβάλλουν το δικό τους δίκαιο.
Οι αντιδράσεις για την υπόθεση Λιγνάδη, ξεπερνούν τις λογικές η αναμενόμενες αντιδράςεις για μια δικαστική κρίση. Φθάνουν σε όρια αλλοίωσης της συνταγματικής μας τάξης, σε εφαρμογή λογικών έξω από τη δημοκρατία και σε επιβολή μεθόδων και πρακτικών που όχι μόνον μας πάνε πίσω και από τη Γαλλική Επανάσταση, αλλά παραπέμπουν σε ένα εφιαλτικό μέλλον. Οι δικαστές αντέδρασαν με σκληρή και ουσιαστική ανακοίνωση επισημαίνοντας τα μείζονα που προκαλούνται από τις οργανωμένες αντιδράσεις. Τα πολιτικά κόμματα έχουν την ευθύνη, όπως και οι πολίτες να προστατεύσουν τους θεσμούς.