Το έναυσμα δόθηκε το μεσημέρι της Τρίτης από το Μέγαρο Μαξίμου. Εκεί όπου πραγματοποιήθηκε η πρώτη σύσκεψη για την αναθεώρηση. Την αναθεώρηση που θα αρχίσει ουσιαστικά μόλις το φθινόπωρο φανεί. Γιατί όλα δείχνουν ότι τότε το Σύνταγμα θα μπει στο χειρουργείο! Τότε οι διατάξεις του θα τεθούν στο μικροσκόπιο της έβδομης αναθεωρητικής Βουλής, που θα κληθεί να τις φρεσκάρει, να τις ανανεώσει και να κάνει ένα γερό λίφτινγκ. Διότι για λίφτινγκ πρόκειται όταν μιλάμε για τη συνταγματική αναθεώρηση που θα αρχίσει μαζί με τη Βουλή και θα κρατήσει χρόνο. Την αναθεώρηση που μπορεί να μην απασχόλησε καν τις προεκλογικές αντιπαραθέσεις των κομμάτων, αλλά είναι σίγουρο ότι ήδη τα σενάρια για το πόσο θα κρατήσει και κυρίως για το πώς θα σχηματισθούν (αν σχηματισθούν) οι απαιτούμενες πολιτικές συγκλίσεις για την ψήφιση διατάξεων που απαιτούν αυξημένες πλειοψηφίες έχουν αρχίσει και έχουν το ενδιαφέρον τους.
Προτού όμως δούμε πού μπορεί να σκοντάψει, αν σκοντάψει, η αναθεώρηση, ας δούμε ποιος κρατάει το μαχαίρι και το πεπόνι γι’ αυτή την κορυφαία λειτουργία της Δημοκρατίας. Δίχως συζήτηση λοιπόν η κυβέρνηση με την πλειοψηφία των εδρών που διαθέτει στη Βουλή μπορεί να προχωρήσει την αναθεωρητική διαδικασία, έτσι όπως αποφασίστηκε από την προηγούμενη Βουλή.
Για όλες τις βασικές διατάξεις που θα αλλάξουν και σε περιεχόμενο και σε μορφή αρκούν οι ψήφοι των βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος. Γιατί για τις 83 από τις 90 συνολικά ρυθμίσεις που θα τεθούν στο αναθεωρητικό μικροσκόπιο οι ψήφοι που θα τους δώσουν τη δυνατότητα ύπαρξης δεν χρειάζεται να είναι παρά 151. Η προηγούμενη Βουλή τις προικοδότησε με τόσες ψήφους, τουλάχιστον 180 (τα 3/5) των μελών της, που δεν χρειάζονται πια ευρύτερη έγκριση.
Για ορισμένες όμως διατάξεις, μόλις επτά, από τις οποίες δύο είναι κρίσιμες και σημαντικές, η αναθεωρητική διαδικασία μπορεί και να προσκρούσει σε υφάλους. Οι ρυθμίσεις αυτές, που απαιτούν τώρα τουλάχιστον 180 ψήφους για να εγκριθούν (αντιστροφή των πλειοψηφιών το λένε αυτό οι ειδικοί), ασφαλώς βάζουν στο παιχνίδι των πλειοψηφιών και τη Νέα Δημοκρατία. Οι συναινέσεις των βουλευτών του ΠαΣοΚ αλλά και των κομμάτων της ελάσσονος αντιπολίτευσης δεν αρκούν.
Βέβαια εδώ είναι χρήσιμο να διευκρινίσουμε ότι από αυτές τις ρυθμίσεις (τις επτά δηλαδή) μόνο δύο εκείνη που αφορά την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας και το αν η ατυχής απόπειρα εκλογής του οδηγεί σε εκλογική αναμέτρηση ή όχι καθώς και αυτή που αναφέρεται στη δυνατότητα ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων μόνο από τις ολομέλειες των ανωτάτων δικαστηρίων μας είναι σημαίνουσες.
Σε αυτές οι πολιτικές συναινέσεις θα είναι δύσκολες και η τυχόν άρνηση της Νέας Δημοκρατίας μπορεί να μπλοκάρει την αναθεώρησή τους. Διότι, αν δεν συμφωνήσει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η αναθεώρηση των διατάξεων δεν θα γίνει και το Σύνταγμα στο σημείο αυτό θα μείνει ως έχει.
Το δεύτερο σημαντικό στοιχείο που πυροδοτεί σενάρια για την επικείμενη αναθεώρηση είναι πότε αυτή μπορεί να γίνει. Και κάτι που ενδιαφέρει κυρίως τους βουλευτές (αλλά και τους εμπλεκόμενους καθ’ οιονδήποτε τρόπο) είναι αν η αναθεώρηση θα χωρέσει στην πρώτη σύνοδο της νέας Βουλής, με άλλα λόγια αν θα δουλέψουν και το καλοκαίρι.
Οι συνταγματολόγοι που για μία ακόμη φορά μπήκαν στη ζωή μας για να μας προσφέρουν τις πολύτιμες γνώσεις τους βεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Η αναθεώρηση θα αρχίσει με τη συναίνεση όλων των κομμάτων στις αρχές Οκτωβρίου ουσιαστικά, όταν η Βουλή θα συγκροτηθεί σε Ολομέλεια και θα συνεχίσει, όσο χρόνο χρειαστεί, τις εργασίες της απρόσκοπτα ράβοντας και ξηλώνοντας τις υπό αναθεώρηση διατάξεις. Το βάρος των συγκλίσεων αυτών (για το χρονοδιάγραμμα της αναθεώρησης) ανέλαβε ο Πρόεδρος της Βουλής κ. Απ. Κακλαμάνης έχοντας στη φαρέτρα του σειρά επιχειρημάτων, με σημαντικότερα την κόπωση των βουλευτών από την παρατεταμένη προεκλογική περίοδο και το προηγούμενο του 1985 όπου η αναθεωρητική διαδικασία άρχισε και πάλι φθινόπωρο χωρίς προβλήματα.
Ως πότε όμως, το αργότερο, πρέπει να έχει τελειώσει η αναθεώρηση; Και αυτό αποτελεί ένα κρίσιμο σημείο. Η απάντηση στο ερώτημα, ευτυχώς, είναι απλή και σαφής: Ως την επόμενη σύνοδο. Την πρώτη Δευτέρα του μηνός Οκτωβρίου του 2001 δηλαδή, όταν μια νέα σύνοδος της Βουλής θα ξεκινήσει.
Το τρίτο που ήδη συζητείται και απασχολεί είναι αν η Βουλή που προέκυψε από τις εκλογές, ουσιαστικά η κυβερνητική πλειοψηφία (για τις 83 από τις 90 ρυθμίσεις), δεσμεύεται ή όχι από το πλαίσιο της αναθεώρησης που έχει θέσει η προηγούμενη Βουλή. Αν μέσα σε αυτό μπορεί να κινηθεί ή μήπως έχει τη δυνατότητα να αλλάξει γνώμη και να πει άλλα, για παράδειγμα, για την ιδιωτική πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Εδώ τα πράγματα είναι προς το παρόν θολά. Αλλοι είναι οπαδοί της λαϊκής ρήσεως «τα στερνά νικάν τα πρώτα» και άλλοι ότι το παιχνίδι καθορίστηκε και τώρα δεν αλλάζει.
Ωστόσο, όπως όλα δείχνουν, ενώ για την αναθεώρηση τα κόμματα κατά την προεκλογική περίοδο δεν μίλησαν καθόλου, η αναθεώρηση θα μας απασχολήσει στο εξής, θα πυροδοτήσει θέσεις και αντιθέσεις, θα συζητηθεί, θα προκαλέσει αντιδράσεις και κόντρες. Διαθέτει άλλωστε εύρος και μάλιστα τεράστιο, μια και αναθεωρούνται 90 ρυθμίσεις.
Ορισμένες διατάξεις, όπως εκείνες για τα κωλύματα, για το ασυμβίβαστο των βουλευτών, για τη δικαιοσύνη και την επιλογή της ηγεσίας της, για τον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων, για τη δυνατότητα ψήφισης νόμων και από τις κοινοβουλευτικές επιτροπές και όχι μόνο από την Ολομέλεια της Βουλής, αλλά και αυτές για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τη λειτουργία τους, για την απαγόρευση ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων, για την προστασία του περιβάλλοντος, για το εκλογικό σύστημα, θα μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον.
Η αρχή θα γίνει από την Ειδική Επιτροπή της Βουλής που θα συγκροτηθεί άμεσα κατ’ αναλογία των κομμάτων. Αυτή θα επεξεργαστεί τις διατάξεις και εκεί θα δοθεί μάχη θέσεων και επιχειρημάτων. Πάντως η διατύπωση των νέων ρυθμίσεων θα πρέπει αυτό τόνισε άλλωστε και ο νέος υπουργός της Δικαιοσύνης κ. Μιχ. Σταθόπουλος να είναι απλή και σαφής, ώστε να είναι απόλυτα κατανοητές και από τους μη νομικούς του κοινοβουλίου. Να τις καταλαβαίνει, όπως είπε, και ο κ. Φασούλας, δίδοντας έμφαση στην αναγκαιότητα της σαφήνειας και της απλότητας.
Η αναθεώρηση μόλις αρχίζει λοιπόν. Και αναμένουμε τη συνέχειά της με ενδιαφέρον.
Οι προηγούμενες αλλαγές των διατάξεων
Αυτή είναι η έβδομη αναθεώρηση. Από το 1835, που το νεοσύστατο ελληνικό κράτος απέκτησε για πρώτη φορά συνταγματικό χάρτη, ως σήμερα, οι αναθεωρήσεις ακόμη και βασικών συνταγματικών επιλογών, όπως εκείνες που καθορίζουν την πολιτειακή φυσιογνωμία αλλά και τους βασικούς άξονες του πολιτεύματός μας, δεν είναι λίγες φορές που έχουν αλλάξει.
Αλλοτε ομαλά και άλλοτε με φόρτιση το Σύνταγμα και οι αναθεωρήσεις του ταυτίστηκαν με αλλαγή σελίδας στην πολυτάραχη σύγχρονη ιστορία μας και αποτέλεσαν σταθμούς που προσδιόρισαν την τωρινή εικόνα μας. Ηταν τα αποτυπώματα της οπισθοδρόμησης (διότι δεν κυλούσε πάντα προς τα εμπρός ο τροχός) αλλά και της προόδου που το πολιτικό μας σύστημα έκανε στη δύσκολη προσπάθειά του να ενηλικιωθεί και να ωριμάσει.
Δεν είναι τυχαίο που η κεντρική πλατεία της πρωτεύουσας λέγεται πλατεία Συντάγματος, για να θυμίζει την ιστορική διεκδίκηση για νέο (επαναστατικό) Σύνταγμα, που τελικά έγινε πραγματικότητα το 1864. Το δεύτερο Σύνταγμα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
Από τότε και ως το 1911 οι διατάξεις του συνταγματικού μας χάρτη έμειναν οι ίδιες, αντέχοντας στον χρόνο και στην οξύτητα που καθόριζε την πολιτική ιστορία μας.
Ωστόσο τη χρονιά εκείνη, το 1911, όλα άλλαξαν. Το Σύνταγμα που ψηφίστηκε δεν είχε σχέση με το προηγούμενο. Η αναθεώρησή του υπήρξε ριζική. Σχεδόν το σύνολο των βασικών του διατάξεων προσαρμόστηκε στα νέα δεδομένα. Αυτή η αναθεώρηση του 1911, ευρύτατη και σε βάθος, ήταν εκείνη που στήριξε το οικοδόμημα για ένα κράτος δικαίου που οραματίστηκε και πραγμάτωσε ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Ενας τεράστιος όγκος ρυθμίσεων θεσμοθετήθηκε για πρώτη φορά. Οπως, για παράδειγμα, το Εκλογοδικείο που ως τότε ήταν ανύπαρκτο.
Το Σύνταγμα όμως εκείνο έμελλε πώς αλλιώς θα γινόταν άλλωστε να ακολουθήσει τις εθνικές περιπέτειες του διχασμού και της πολιτικής αστάθειας που ακολούθησαν στα χρόνια του 1920 και του 1930.
Το 1920, όταν ο Γούναρης κερδίζει τις εκλογές επιχειρεί την αναθεώρησή του, όμως χωρίς επιτυχία. Το 1925 το Σύνταγμα αλλάζει για να αναθεωρηθεί και πάλι δύο χρόνια αργότερα, το 1927. Το 1935, παραμονή της μεταξικής δικτατορίας, η εφαρμογή του αναστέλλεται για να έρθει μετά ο πόλεμος και να παγώσει τα πάντα. Οι περιπέτειες που ακολούθησαν και κράτησαν καθηλωμένη τη μεταπολεμική Ελλάδα στις συμπληγάδες του εμφυλίου οδήγησαν στην αναθεώρηση του 1946 που δεν άργησε να τη διαδεχθεί εκείνη του 1952.
Αναθεώρηση σημαντική που έβαλε τις βάσεις για τον συνταγματικό μας χάρτη, έτσι όπως ίσχυσε (με διαφοροποιήσεις) ως το 1975. Βέβαια η επτάχρονη δικτατορία δεν άφησε ούτε το Σύνταγμα στην ησυχία του. Το αναθεώρησε και πάλι. Μία το 1968 και μία το 1973.
Η μεταπολιτευτική άνοιξη, που ήρθε μετά τον βαρύ δικτατορικό χειμώνα, προσδιορίστηκε με την αναθεώρηση του 1975. Το Σύνταγμα για άλλη μία φορά αλλάζει, τα πάντα αναδιατυπώνονται, εκσυγχρονίζονται και παίρνουν νέα μορφή. Το Σύνταγμα εκείνο που αποτέλεσε τον πυρήνα της μεταπολιτευτικής πορείας μας ισχύει ουσιαστικά ως σήμερα. Ωστόσο η αναθεώρηση του 1985, που μεσολάβησε, άλλαξε πολλά, όχι όμως και τη φυσιογνωμία του Συντάγματος εκείνου.
Τώρα, με τον νέο αιώνα, το Σύνταγμά μας ρετουσάρεται και πάλι. Ανανεώνεται για να μπορέσει να αντέξει στις προκλήσεις των καιρών και στις ανάγκες της κοινωνίας.
* Για τα πιθανά σενάρια της αναθεώρησης πολύτιμη ήταν η βοήθεια από τους καθηγητές του Συνταγματικού Δικαίου κκ. Νικ. Αλιβιζάτο και Γ. Παπαδημητρίου.